* αντικαπιταλιστική επαναστατική σελίδα * ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΟΙ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΕΝΩΘΕΙΤΕ ! * ΤΟ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΑΤΟ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΕΞΟΥΣΙΑ ΑΝ ΔΕΝ ΓΙΝΕΙ ΤΑΞΗ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗΣ * ΟΙ ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΟΙ ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΝΑ ΧΑΣΟΥΝ ΤΙΠΟΤΑ ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΛΥΣΙΔΕΣ ΤΟΥΣ * Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΟΛΑ * Για επικοινωνία : thanasis.ane@gmail.com

Δευτέρα 21 Μαρτίου 2016

Η Κομμούνα του Παρισιού 18 Μάρτη - 28 Μάη 1871

Θοδωρής Μαράκης* 
“Η υπόθεση της Κομμούνας είναι υπόθεση της κοινωνικής επανάστασης, υπόθεση της ολοκληρωτικής πολιτικής και οικονομικής απελευθέρωσης των εργαζομένων, είναι υπόθεση του παγκόσμιου προλεταριάτου. Και με την έννοια αυτή το έργο της Κομμούνας είναι αθάνατο” (Λένιν τ. 20 σελ. 229 “Σύγχρονη Εποχή” υπογρ. Δική μας)

Στις 18 του Μάρτη κλεί­νου­νε 145 χρό­νια από την πρώτη νι­κη­φό­ρα ηρω­ι­κή εξέ­γερ­ση της ερ­γα­τι­κής τάξης. Το προ­λε­τα­ριά­το του Πα­ρι­σιού κρά­τη­σε για 72 μέρες την εξου­σία. Ωστό­σο το διά­στη­μα αυτό ήτανε αρ­κε­τό για να βγού­νε δι­δάγ­μα­τα τε­ρά­στιας ση­μα­σί­ας για το ερ­γα­τι­κό και λαϊκό κί­νη­μα, τόσο από αυτά που έκανε (επι­τυ­χί­ες), όσο και από τα ση­μα­ντι­κά λάθη της. Δι­δάγ­μα­τα που ισχύ­ουν και σή­με­ρα και τα χρεια­ζό­μα­στε πα­λιοί και νέοι σύ­ντρο­φοι, στην προ­σπά­θειά μας για την συ­γκρό­τη­ση μιας Μα­ζι­κής Επα­να­στα­τι­κής Αρι­στε­ράς, για την ανα­τρο­πή του σά­πιου και απάν­θρω­που κα­πι­τα­λι­στι­κού συ­στή­μα­τος.

Το ιστο­ρι­κό χρο­νι­κό

Κατ' αρχήν να δούμε τα ιστο­ρι­κά γε­γο­νό­τα:


Στις 19 του Ιούλη η Γαλ­λι­κή Αυ­το­κρα­το­ρία κη­ρύσ­σει τον πό­λε­μο κατά της Πρω­σί­ας. Ο αυ­το­κρά­το­ρας Να­πο­λέ­ων ο Γ΄ ανα­κοι­νώ­νει τον πό­λε­μο στον γαλ­λι­κό λαό λέ­γο­ντας πως “είναι ο δι­καιό­τε­ρος των δι­καί­ων αγώ­νων” από αυ­τούς που έχει κάνει μέχρι τώρα η Γαλ­λία. Οι στρα­τη­γοί με επι­κε­φα­λής τον Στρα­τάρ­χη Μακ-Μα­όν, δια­βε­βαιώ­νουν ότι η νίκη είναι σί­γου­ρη.

6 Αυ­γού­στου: Οι πρώ­τες ήττες των στρα­τευ­μά­των της Γαλ­λί­ας.

7 Αυ­γού­στου: Το Πα­ρί­σι κη­ρύσ­σε­ται σε κα­τά­στα­ση πο­λιορ­κί­ας.

8-9 Αυ­γού­στου οι πρώ­τες ση­μα­ντι­κές λαϊ­κές δια­δη­λώ­σεις ενά­ντια στην αυ­το­κρα­το­ρία.

14 Αυ­γού­στου: Από­πει­ρα των μπλαν­κι­στών στο Πα­ρί­σι και επί­θε­ση με σκοπό την κλοπή όπλων.

27 Αυ­γού­στου: Ο Μπα­ζέν (γάλ­λος στρα­τη­γός) πα­ρα­δί­δει στους Γερ­μα­νούς άνευ όρων 173,000 άν­δρες,6.000 αξιω­μα­τι­κούς, 1.600 κα­νό­νια και 250.000 του­φέ­κια. (Μετά την σκό­πι­μη απε­λευ­θέ­ρω­ση της από τον Μπί­σμαρκ, η αιχ­μα­λω­τι­σμέ­νη αυτή στρα­τιά του Μετς θα απο­τε­λέ­σει την στρα­τιά των Βερ­σαλ­λιέ­ρων που θα κα­τα­στεί­λει αρ­γό­τε­ρα την Κομ­μού­να).

2 Σε­πτεμ­βρί­ου: Ο αυ­το­κρά­το­ρας Να­πο­λέ­ων Γ΄ και ο στρα­τάρ­χης Μακ-Μα­όν πα­ρα­δί­δο­νται στο Σε­ντάν μαζί με 83.000 άν­δρες.

4 Σε­πτέμ­βρη: Χι­λιά­δες λαού βγαί­νουν στους δρό­μους και κα­τευ­θύ­νο­νται εκεί που συ­νε­δριά­ζει η Εθνο­συ­νέ­λευ­ση με συν­θή­μα­τα, “Κάτω η αυ­το­κρα­το­ρία”, “Ζήτω η δη­μο­κρα­τία”. Οι βου­λευ­τές μπρο­στά σ' αυτήν την εξέ­γερ­ση ανα­γκά­ζο­νται να ξα­πο­στεί­λουν την αυ­το­κρα­το­ρία και να ανα­κη­ρύ­ξουν την δη­μο­κρα­τία και παίρ­νουν πολ­λές ρι­ζι­κές απο­φά­σεις. Οι πιο ση­μα­ντι­κές είναι:

α)Κα­τάρ­γη­ση της μο­ναρ­χί­ας και εγκα­θί­δρυ­ση της δη­μο­κρα­τί­ας.

β) Δη­μιουρ­γία κυ­βέρ­νη­σης “Εθνι­κής Άμυ­νας”

γ) Δη­μιουρ­γία εθνο­φρου­ράς για την υπε­ρά­σπι­ση της πόλης από τον κίν­δυ­νο της άμε­σης κα­τά­λη­ψης από τους Πρώ­σους. “Το Πα­ρί­σι δεν μπο­ρού­σε να κάνει άμυνα χωρίς να οπλι­στεί η ερ­γα­τι­κή τάξη του, χωρίς να με­τα­τρα­πεί σε απο­τε­λε­σμα­τι­κή στρα­τιω­τι­κή δύ­να­μη και χωρίς να εκ­παι­δεύ­σει τις γραμ­μές της στρα­τιω­τι­κά με τον ίδιο τον πό­λε­μο. Μα όταν το Πα­ρί­σι είναι οπλι­σμέ­νο, αυτό ση­μαί­νει ότι είναι οπλι­σμέ­νη η επα­νά­στα­ση”. (Εμ­φύ­λιος στη Γαλ­λία” Μαρξ “Σύγ­χρο­νη Εποχή” Σελ. 42)

Ο εξο­πλι­σμός των λαϊ­κών μαζών του Πα­ρι­σιού δη­μιούρ­γη­σε κά­ποιας μορφή δυα­δι­κής εξου­σί­ας από τη μια η προ­σω­ρι­νή κυ­βέρ­νη­ση “Εθνι­κής Άμυ­νας” με επι­κε­φα­λής τον Θί­ερ­σο στην οποία κυ­ριαρ­χούν οι αστοί οπα­δοί του Ρε­που­μπλι­κα­νι­κού κόμ­μα­τος και απο την άλλη η Εθνο­φρου­ρά, η οποία απο­τε­λεί­ται απο ένο­πλους ερ­γά­τες και μι­κρο­α­στούς.

19 Σε­πτέμ­βρη: Το Πα­ρί­σι πο­λιορ­κεί­ται από τους Πρώ­σους. Καθώς ο και­ρός περνά δυ­να­μώ­νουν οι στε­ρή­σεις στην πόλη και στις γραμ­μές των υπε­ρα­σπι­στών εμ­φα­νί­ζο­νται σο­βα­ρές δια­μά­χες.

Η “κυ­βέρ­νη­ση Εθνι­κής Άμυ­νας” φο­βού­με­νη από έν­στι­κτο το εξο­πλι­σμέ­νο προ­λε­τα­ριά­το, πε­ρισ­σό­τε­ρο από τους Γερ­μα­νούς, προ­σπα­θεί να συν­θη­κο­λο­γή­σει, με τους όποιους όρους, με κάθε θυσία προ­κει­μέ­νου να απαλ­λα­γεί από το ένο­πλο προ­λε­τα­ριά­το, τον τα­ξι­κό εχθρό. Έτσι δεν δι­στά­ζει να με­τα­τρα­πεί σε κυ­βέρ­νη­ση εθνι­κής προ­δο­σί­ας!

1 Γε­νά­ρη του 1871: Μια επι­τρο­πή, απο­κα­λού­με­νη “Επι­τρο­πή των οδο­φραγ­μά­των”, καλεί τους κα­τοί­κους του Πα­ρι­σιού να ετοι­μά­σουν σά­κους με άμμο και χώμα, για να φτιά­ξουν οδο­φράγ­μα­τα για να απο­κρού­σουν εν­δε­χό­με­νη ει­σβο­λή των Γερ­μα­νών στο Πα­ρί­σι.

28 Γε­νά­ρη: Συν­θη­κο­λό­γη­ση του Πα­ρι­σιού. Η κυ­βέρ­νη­ση εθνι­κής προ­δο­σί­ας υπο­γρα­φή ανα­κω­χή με τους Γερ­μα­νούς, η οποία στην ουσία είναι πλή­ρης συν­θη­κο­λό­γη­ση, επει­δή προ­βλέ­πει πα­ρά­δο­ση των οχυ­ρών και διά­λυ­ση του τα­κτι­κού στρα­τού.

Η αναγ­γε­λία της ανα­κω­χής προ­κα­λεί έντο­νες λαϊ­κές αντι­δρά­σεις στους υπε­ρα­σπι­στές της πόλης. Με το αλάν­θα­στο έν­στι­κτό της η ερ­γα­τι­κή τάξη κα­τα­λα­βαί­νει ότι πίσω από την υπο­γρα­φή της ανα­κω­χής κρύ­βε­ται η ανά­γκη των αστών να αφο­πλί­σουν τις ένο­πλες λαϊ­κές μάζες. Η εθνο­φρου­ρά αρ­νεί­ται να πα­ρα­δο­θεί και συ­γκε­ντρώ­νει τα κα­νό­νια της (τα οποία είχαν κα­τα­σκευα­στεί με έρανο του λαού και όχι με κρα­τι­κά κον­δύ­λια) στο λόφο της Μον­μάρ­τρη. Η απά­ντη­ση του λαού είναι: “ Κα­λύ­τε­ρα να χα­θού­με κάτω από τα ερεί­πια του Πα­ρι­σιού παρά να συν­θη­κο­λο­γή­σου­με”. Και στο Πα­ρί­σι στή­νο­νται οδο­φράγ­μα­τα.

7 Φλε­βά­ρη: Γί­νο­νται εκλο­γές για την ανά­δει­ξη εθνο­συ­νέ­λευ­σης που θα επι­κύ­ρω­νε την ανα­κω­χή και τους όρους της ει­ρή­νης που θα υπο­γρά­φο­νταν. Η Εθνο­συ­νέ­λευ­ση που άρ­χι­σε τις ερ­γα­σί­ες της στο Μπορ­ντό στις 12 του Φλε­βά­ρη, στην πλειο­ψη­φία της απο­τε­λού­νταν από μο­ναρ­χι­κούς (από του ς750 βου­λευ­τές, οι 450 ήταν μο­ναρ­χι­κοί), που αντι­προ­σώ­πευαν τους τσι­φλι­κά­δες και τα αντι­δρα­στι­κά στρώ­μα­τα της πόλης και του χω­ριού. Γι αυτό και ονο­μά­στη­κε, “συ­νέ­λευ­ση των γαιο­κτη­μό­νων”.

Σύμ­φω­να με το Μαρξ: “ Μόλις συ­νήλ­θε στο Μπορ­ντό η συ­νέ­λευ­ση αυτή των “ γαιο­κτη­μό­νων”, ο Θιέρ­σος ξε­κα­θά­ρι­σε ότι έπρε­πε να ψη­φί­σουν αμέ­σως τους προ­κα­ταρ­κτι­κούς όρους της ει­ρή­νης και μά­λι­στα χωρίς τις τιμές μιας κοι­νο­βου­λευ­τι­κής συ­ζή­τη­σης, σαν το μο­να­δι­κό για να τους επι­τρέ­ψει η Πρω­σία να αρ­χί­σουν τον πό­λε­μο ενά­ντια στη δη­μο­κρα­τία και το προ­πύρ­γιο της το Πα­ρί­σι. Η αντε­πα­νά­στα­ση πραγ­μα­τι­κά δεν είχε καιρό χά­σι­μο”. (οπ. π. Σελ. 53)

26 Φλε­βά­ρη: Γί­νο­νται γνω­στοί οι προ­κα­ταρ­κτι­κοί όροι της συν­θή­κης ει­ρή­νης. Η Εθνο­φρου­ρά με­τα­φέ­ρει τα κα­νό­νια του Πα­ρι­σιού στα λαϊκά δια­με­ρί­σμα­τα της πόλης. Οι όροι επι­κυ­ρώ­νο­νται από τη συ­νέ­λευ­ση “των γαιο­κτη­μό­νων” την 1η του Μάρτη. Την ίδια μέρα οι Πρώ­σοι ει­σέρ­χο­νται στο Πα­ρί­σι και κα­τα­λαμ­βά­νουν τα φρού­ρια της Βό­ρειας και ανα­το­λι­κής πλευ­ράς της πόλης.

Η κα­τά­στα­ση στο Πα­ρί­σι έχει φτά­σει σε εκρη­κτι­κό ση­μείο. Η Εθνο­φρου­ρά και τα επα­να­στα­τι­κά στοι­χεία έχουν εξορ­γι­στεί με την σύν­θε­ση και τις απο­φά­σεις της εθνο­συ­νέ­λευ­σης. Απορ­ρί­πτουν την ανα­κω­χή και την συν­θή­κη της ει­ρή­νης και ακού­γο­νται φωνές για ένο­πλη αντί­στα­ση. Ήδη στις 24 του Φλε­βά­ρη η γε­νι­κή συ­νέ­λευ­ση 2000 αντι­προ­σώ­πων της Εθνο­φρου­ράς στο Πα­ρί­σι ψη­φί­ζουν την “ένο­πλη αντί­στα­ση”.

3 Μάρτη: Ο Θιέρ­σος προ­ε­τοι­μά­ζε­ται για την ανα­μέ­τρη­ση με το ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα για αυτό και προ­χω­ρά στο διο­ρι­σμό του Ωριέλ ντε Πα­λα­ντίν του Ιη­σουί­τη στρα­τη­γού ως διοι­κη­τή της Εθνο­φρου­ράς. Γνω­ρί­ζει πολύ καλά ότι εκτός από τη δική του εξου­σία, υπάρ­χει και η εξου­σία του εξο­πλι­σμέ­νου λαού, με την εθνο­φρου­ρά. Η κυ­βέρ­νη­ση απο­φα­σί­ζει να την αφο­πλί­σει και να την κα­τα­στρέ­ψει ή να την απο­δυ­να­μώ­σει, αφού πάρει τα όπλα που βρί­σκο­νται στα υψώ­μα­τα της Μον­μάρ­της, της Μπελ­βί και Μπιτ Σιμόν. “Το οπλι­σμέ­νο Πα­ρί­σι ήταν το μόνο σο­βα­ρό εμπό­διο στο δρόμο της αντε­πα­να­στα­τι­κής συ­νω­μο­σί­ας. Το Πα­ρί­σι έπρε­πε λοι­πόν να αφο­πλι­στεί”.(....) το κα­λού­σαν να κα­τα­θέ­σει τα όπλα, μ' ένα πρό­σχη­μα που απο­τε­λού­σε το πιο φω­να­χτό και αδιά­ντρο­πο ψέμα. Το πυ­ρο­βο­λι­κό της εθνο­φυ­λα­κής του Πα­ρι­σιού είπε ο Θιέρ­σος ανή­κει στο κρά­τος και πρέ­πει να επι­στρα­φεί στο κρά­τος. Η αλή­θεια όμως είναι τούτη: (....)τα κα­νό­νια και τα πο­λυ­βό­λα που προ­δο­τι­κά είχαν εγκα­τα­λεί­ψει οι συν­θη­κο­λό­γοι μέσα και κοντά στις συ­νοι­κί­ες που επρό­κει­το να κα­τα­λά­βουν οι Πρώ­σοι. Το πυ­ρο­βο­λι­κό αυτό είχε αγο­ρα­στεί με χρή­μα­τα που μα­ζεύ­τη­καν από συ­νει­σφο­ρές της ίδιας της εθνο­φυ­λα­κής”. (οπ. π. Σελ. 55-56)

13 Μάρτη: Απα­ντώ­ντας στις επι­θε­τι­κές κι­νή­σεις του Θιέρ­σου, “Η εθνο­φυ­λα­κή ανα­διορ­γα­νώ­θη­κε και εμπι­στεύ­θη­κε την ανώ­τα­τη διοί­κη­σή της σε μια κε­ντρι­κή επι­τρο­πή, που την εξέ­λε­ξε όλη η μάζα της εθνο­φυ­λα­κής, εκτός από με­ρι­κούς βο­να­παρ­τι­κούς σχη­μα­τι­σμούς”. (οπ. π. Σελ 56)

18 Μάρτη: Τρίτη από­πει­ρα αφο­πλι­σμού του ένο­πλου λαού. “Ο ίδιος ο Θιέρ­σος άρ­χι­σε λοι­πόν, τον εμ­φύ­λιο πό­λε­μο στέλ­νο­ντας ένα τμήμα αστυ­νο­μι­κούς και με­ρι­κά συ­ντάγ­μα­τα τα­χτι­κού στρα­τού με τον Βι­νουά επι­κε­φα­λής σε μια νυ­χτε­ρι­νή πει­ρα­τι­κή εκ­στρα­τεία ενά­ντια στην Μον­μάρ­τη, για να αρ­πά­ξει αιφ­νι­δια­στι­κά από κει το πυ­ρο­βο­λι­κό της εθνο­φυ­λα­κής. Είναι γνω­στό πως από­τυ­χε η προ­σπά­θεια αυτή εμπρός στην αντί­στα­ση της εθνο­φυ­λα­κής και χάρη στη συ­να­δέλ­φω­ση του στρα­τού με το λαό”. (οπ. π. Σελ 58)

Αυτή είναι η αρχή της εξέ­γερ­σης. Οι εξε­γερ­μέ­νοι κα­τα­λαμ­βά­νουν το Δη­μαρ­χείο, ενώ η εξου­σία περνά στην Κε­ντρι­κή Επι­τρο­πή της Εθνο­φρου­ράς. Σε πολλά ση­μεία του Πα­ρι­σιού έχου­με συ­να­δέλ­φω­ση του εξο­πλι­σμέ­νου λαού με τους στρα­τιώ­τες του Θιέρ­σου. Γύρω στις 11 το βράδυ, η εθνο­φρου­ρά έχει στα χέρια της όλο το Πα­ρί­σι, μαζί με το Δι­κα­στή­ριο και τον Κε­ρα­μει­κό. Ο Θιέρ­σος και η κυ­βέρ­νη­σή του πα­νι­κό­βλη­τοι κα­τα­φεύ­γουν στις Βερ­σα­λί­ες, ξε­χνώ­ντας ακόμη και τη γυ­ναί­κα του. Τον ακο­λου­θεί στο φευ­γιό του πα­νι­κό­βλη­το όλο το σκυ­λο­λόι της άρ­χου­σας τάξης.

Σύμ­φω­να πάντα με τον Μαρξ: “ Στην επί­μο­νη απρο­θυ­μία της να συ­νε­χί­σει τον εμ­φύ­λιο πό­λε­μο, που τον είχε αρ­χί­σει ο Θιέρ­σος με την νυ­χτε­ρι­νή επι­δρο­μή στην Μον­μάρ­τη, Η κε­ντρι­κή επι­τρο­πή έκανε ένα απο­φα­σι­στι­κό λάθος, ότι δεν βά­δι­σε αμέ­σως ενά­ντια στις τότε ολό­τε­λα ανυ­πε­ρά­σπι­στες Βερ­σα­λί­ες και δεν έβαλε τε­λεία και παύλα στις συ­νω­μο­σί­ες του Θιέρ­σου και των γαιο­κτη­μό­νων του. Αντί γι' αυτό επέ­τρε­ψαν ξανά στο κόμμα της τάξης να δο­κι­μά­σει ακόμα μια φορά τη δύ­να­μή του στις κάλ­πες, όταν στις 26 του Μάρτη έγι­ναν οι εκλο­γές της Κομ­μού­νας”. (οπ. π. Σελ. 62)

18-26 του Μάρτη: Η Κε­ντρι­κή Επι­τρο­πή της Εθνο­φρου­ράς εκ­πλη­ρώ­νει τα κα­θή­κο­ντα προ­σω­ρι­νής κυ­βέρ­νη­σης.

22-28 Μάρτη: Γί­νο­νται προ­σπά­θειες ανε­πι­τυ­χείς για την συ­γκρό­τη­ση Κομ­μού­νας στη Λυών, Ναρ­μπόν, στην Του­λού­ζη, και στο Σαιντ-Ετιέν. Κρά­τη­σαν για λίγες μέρες.

26 του Μάρτη: Εκλέ­γε­ται η Πα­ρι­σι­νή Κομ­μού­να.

27 του Μάρτη: Αρ­χί­ζει η πραγ­μα­τι­κή ιστο­ρία της Κομ­μού­νας όταν η Κε­ντρι­κή Επι­τρο­πή της πα­ρα­δί­νει την εξου­σία στο εκλεγ­μέ­νο Συμ­βού­λιο της Κομ­μού­νας.

28 Μάρτη: Η Κομ­μού­να ανα­κη­ρύσ­σε­ται πα­νη­γυ­ρι­κά και επί­ση­μα σε κυ­βέρ­νη­ση. Για την εκλο­γή της ψή­φι­σαν 230.000, εκλέ­χτη­καν 90 μέλη για το συμ­βού­λιο της Κομ­μού­νας. Στη σύν­θε­σή της υπήρ­χαν κατά πλειο­ψη­φία ερ­γά­τες, μι­κρο­α­στοί. Όσο αφορά τις πο­λι­τι­κές τους πε­ποι­θή­σεις, μπλαν­κι­στές[1], μέλη της Διε­θνούς κυ­ρί­ως Πρου­ντο­νι­στές[2], αναρ­χι­κοί και σο­σια­λι­στές και ανά­με­σά τους βρί­σκο­νταν 15 μέλη του κόμ­μα­τος του Θιέρ­σου και 6 αστοί ρι­ζο­σπά­στες, οι οποί­οι στη συ­νέ­χεια απο­χώ­ρη­σαν, γιατί η Κομ­μού­να παρά τα λάθη και τις αδυ­να­μί­ες της ήταν μια κυ­βέρ­νη­ση της ερ­γα­τι­κής τάξης. Αντι­προ­σώ­πευε την επα­νά­στα­ση του προ­λε­τα­ριά­του και μια προ­σπά­θεια αν και αδύ­να­τη να δη­μιουρ­γή­σει τις μορ­φές μιας κοι­νω­νί­ας που θα ήταν εναρ­μο­νι­σμέ­νη με αυτή την επα­νά­στα­ση.

Σύμ­φω­να με τον Μαρξ: “Η Κομ­μού­να σχη­μα­τι­ζό­ταν από τους δη­μο­τι­κούς συμ­βού­λους που είχαν εκλε­γεί με βάση το γε­νι­κό εκλο­γι­κό δι­καί­ω­μα στα διά­φο­ρα δια­με­ρί­σμα­τα του Πα­ρι­σιού. Ήταν υπεύ­θυ­νοι και μπο­ρού­σαν να ανα­κλη­θούν σ' οποια­δή­πο­τε στιγ­μή. Η πλειο­ψη­φία τους απο­τε­λού­νταν από ερ­γά­τες ή από ανα­γνω­ρι­σμέ­νους εκ­προ­σώ­πους της ερ­γα­τι­κής τάξης. Η Κομ­μού­να δεν επρό­κει­το να είναι ένα κοι­νο­βου­λευ­τι­κό, αλλά ένα ερ­γα­ζό­με­νο σώμα, εκτε­λε­στι­κό και νο­μο­θε­τι­κό ταυ­τό­χρο­να”. (οπ. π. Σελ. 69-70 υπογρ. Δική μας)

Η ηγε­σία της Κομ­μού­νας αντα­να­κλού­σε την ανω­ρι­μό­τη­τα και την απει­ρία του Γαλ­λι­κού προ­λε­τα­ριά­του. Ο Λι­σα­γκα­ρέ ο ιστο­ρι­κός της Κομ­μού­νας, ο οποί­ος συμ­με­τεί­χε στα γε­γο­νό­τα γρά­φει: “ Ο ρόλος σας δεν ται­ριά­ζει με το ανά­στη­μά σας και η μο­να­δι­κή φρο­ντί­δα σας είναι να απαλ­λα­γεί­τε από τις ευ­θύ­νες, δή­λω­σε ένα μέλος της Κε­ντρι­κής Επι­τρο­πής της Εθνο­φρου­ράς. Σ' αυτό υπήρ­χε πολλή αλή­θεια αλλά, μέσα στην ίδια την δράση η έλ­λει­ψη προ­κα­ταρ­κτι­κής ορ­γά­νω­σης και προ­ε­τοι­μα­σί­ας προ­έρ­χε­ται πολύ συχνά από το γε­γο­νός ότι οι ρόλοι πέ­φτουν σε αν­θρώ­πους που δεν έχουν το απαι­τού­με­νο ανά­στη­μα για να τους φέ­ρουν σε πέρας”. (Ιστο­ρία της Κομ­μού­νας του 1871 σελ 108 εκδ. “Ελεύ­θε­ρος Τύπος)

Η απει­ρία και η ανω­ρι­μό­τη­τα και μόνο αυτή – και όχι οι συ­νει­δη­τές προ­δο­σί­ες των ηγε­σιών της σο­σιαλ­δη­μο­κρα­τί­ας και των ΚΚ, όπως στις με­τέ­πει­τα ήττες του κι­νή­μα­τος- τους οδή­γη­σε στο τρα­γι­κό λάθος, όταν η εξου­σία έπεσε στα χέρια τους, στην κυ­ριο­λε­ξία, αντί να ρι­χτούν πίσω από τον Θιέρ­σο για να τον συ­ντρί­ψουν μια για πάντα, αυτόν και τα όποια υπο­λείμ­μα­τα στρα­τού του είχαν απο­μεί­νει, για να πά­ρουν στο χέρι τα ηνία του στρα­τού και να ξε­κα­θα­ρί­σουν το στρα­τό από τους αντε­πα­να­στά­τες στρα­τη­γούς και αξιω­μα­τι­κούς και στη συ­νέ­χεια ανα­διορ­γα­νώ­νο­ντας το στρα­τό να προ­χω­ρή­σουν στην κα­τά­λη­ψη των επαρ­χιών, άφη­σαν τον Θιέρ­σο να κα­τα­φύ­γει στις Βερ­σα­λί­ες και με την βο­ή­θεια των Γερ­μα­νών να ανα­συ­ντα­χθεί να φτιά­ξει στρα­τό και να επι­τε­θεί στο επα­να­στα­τη­μέ­νο Πα­ρί­σι.

Μπρο­στά σ' αυτή την κα­τά­στα­ση με το Πα­ρί­σι επα­να­στα­τη­μέ­νο και την αστι­κή τάξη της Γαλ­λί­ας σε κα­τά­στα­ση πα­νι­κού και χωρίς στρα­τό, οι Γερ­μα­νοί φο­βού­με­νοι την απή­χη­ση που θα έχει στην Ευ­ρώ­πη η επα­νά­στα­ση, αφή­νουν τον αιχ­μά­λω­το από τους ίδιους γαλ­λι­κό στρα­τό να ανα­συ­ντα­χθεί και να επι­τε­θεί στο Πα­ρί­σι. Μπρο­στά στον κοινό τα­ξι­κό εχθρό οι εμπό­λε­μες αστι­κές τά­ξεις , αφή­νουν στην άκρη τις δια­φο­ρές τους και τα βρί­σκουν, για να τον συ­ντρί­ψουν και πνί­ξουν στο αίμα την επα­νά­στα­ση.

Ο Θιέρ­σος με τους στρα­τη­γούς του συ­γκρο­τούν ξανά μά­χι­μο στρα­τό βαριά οπλι­σμέ­νο με μο­νά­δες βα­ρέ­ος πυ­ρο­βο­λι­κού και ζώ­νουν το Πα­ρί­σι με 130.000 στρα­τιώ­τες καλά εκ­παι­δευ­μέ­νους . Απέ­να­ντί τους βρί­σκο­νται γύρω στις 30.000 κομ­μου­νά­ροι άσχη­μα οπλι­σμέ­νοι και εφο­δια­σμέ­νοι. Κατά συ­νέ­πεια, “επέ­σα­τε θύ­μα­τα αδέρ­φια εσείς σε άνιση μάχη και αγώνα”.

21 Μάη: Τα στρα­τεύ­μα­τα του στρα­τη­γού Μακ-Μα­όν, (αυτού που είχε νι­κη­θεί στο Σε­ντάν και είχε πα­ρα­δο­θεί στους Γερ­μα­νούς) αρ­χί­ζουν επί­θε­ση καλά προ­ε­τοι­μα­σμέ­νη. Η επί­θε­ση προ­χω­ρά γρή­γο­ρα δια­σχί­ζο­ντας τις εύ­πο­ρες συ­νοι­κί­ες του Πα­ρι­σιού, για να βρουν λυσ­σα­σμέ­νη άμυνα όσο προ­χω­ρά­νε οι βερ­σα­γιέ­ζοι στο κέ­ντρο του Πα­ρι­σιού και στις ερ­γα­το­γει­το­νιές. Ο ι μάχες για την κα­τά­λη­ψη της πόλης κρά­τη­σαν μια βδο­μά­δα που εξ αι­τί­ας των σφα­γών που υπέ­στη το προ­λε­τα­ριά­το του Πα­ρι­σιού ονο­μά­στη­κε “μα­τω­μέ­νη εβδο­μά­δα”.

28 Μάη: Τε­λι­κά, οι δυ­νά­μεις του Θιέρ­σου συ­νέ­τρι­ψαν την Κομ­μού­να, με την κα­τά­λη­ψη και των τε­λευ­ταί­ων οδο­φραγ­μά­των. “Ο απο­λο­γι­σμός: από τις 3 Απρι­λί­ου 30.000 Πα­ρι­ζιά­νοι σκο­τώ­θη­καν ή εκτε­λέ­στη­καν και 40.000 συ­νε­λή­φθη­σαν. Οι απώ­λειες των Βερ­σαλ­λιέ­ρων:1.000 νε­κροί. Οι διώ­ξεις των κομ­μου­νά­ρων θα συ­νε­χι­στούν μέχρι το 1874”!! (Λι­σα­γκα­ρέ σελ 63)

Το ιστο­ρι­κό έργο της Κομ­μού­νας

“Αυτό το επα­να­στα­τι­κό ρεύμα κυλά αδιά­κο­πα μέσα στην ιστο­ρία μας, άλ­λο­τε στο φώς της μέρας και άλ­λο­τε υπό­γεια όπως κά­ποια πο­τά­μια που χά­νο­νται στα βά­ρα­θρα ή στην άμμο για να φα­νούν ακόμη πιο ορ­μη­τι­κά κάτω απ' τον εκ­πλη­κτι­κό ήλιο” (Λι­σα­γκα­ρέ σελ. 84 τ. Α υπογρ. Δική μας)

Η ζωή της Κομ­μού­νας διάρ­κε­σε 72 μέρες. Το έργο της διαρ­κεί αιώ­νια και φώ­τι­σε και εξα­κο­λου­θεί να φω­τί­ζει το δρόμο στους επα­να­στά­τες. Φως που πη­γά­ζει τόσο από αυτά που σωστά έπρα­ξε, όσο και από τα λάθη της. Ο Έν­γκελς στην ει­σα­γω­γή και Μαρξ στο έργο του “Ο εμ­φύ­λιος πό­λε­μος στη Γαλ­λία” μας πε­ρι­γρά­φουν τα πιο ση­μα­ντι­κά δια­τάγ­μα­τα της Κομ­μού­νας.

“Στις 30, η Κομ­μού­να κα­τάρ­γη­σε τη στρα­τιω­τι­κή θη­τεία και τον τα­κτι­κό στρα­τό και ανα­κή­ρυ­ξε σαν μο­να­δι­κή δύ­να­μη την εθνο­φυ­λα­κή, στην οποία ανή­καν όλοι οι πο­λί­τες οι ικα­νοί να κρα­τούν όπλα”. (σελ. 13)

“ Η αστυ­νο­μία, που ως τότε ήταν όρ­γα­νο της κε­ντρι­κής κυ­βέρ­νη­σης απο­γυ­μνώ­θη­κε από όλες τις πο­λι­τι­κές της ιδιό­τη­τες και με­τα­τρά­πη­κε σε υπεύ­θυ­νο όρ­γα­νο της Κομ­μού­νας, που μπο­ρού­σε να ανα­κλη­θεί σ' οποια­δή­πο­τε στιγ­μή. Το ίδιο έγινε και με τους δη­μό­σιους υπαλ­λή­λους σ' όλους τους κλά­δους της διοί­κη­σης. Από τα μέλη της Κομ­μού­νας ως τους κα­τώ­τε­ρους υπαλ­λή­λους, η δη­μό­σια υπη­ρε­σία έπρε­πε να αμεί­βε­ται με ερ­γα­τι­κούς μι­σθούς”. (σελ. 70) Ανώ­τε­ρος μι­σθός 6.000 φρά­γκα.

Ο Έν­γκελς στην ει­σα­γω­γή γρά­φει: “Η Κομ­μού­να ανα­γκά­στη­κε αμέ­σως από την αρχή να ανα­γνω­ρί­σει ότι όταν η ερ­γα­τι­κή τάξη έρθει στην εξου­σία δεν μπο­ρεί να εξα­κο­λου­θή­σει να διοι­κεί με την παλιά κρα­τι­κή μη­χα­νή, ότι η ερ­γα­τι­κή αυτή τάξη για να μην ξα­να­χά­σει την κυ­ριαρ­χία που μόλις είχε κα­τα­κτή­σει, πρέ­πει, από τη μια να πα­ρα­με­ρί­σει όλη την παλιά κα­τα­πιε­στι­κή μη­χα­νή που ως τότε είχε χρη­σι­μο­ποι­η­θεί ενα­ντί­ον της, κι από την άλλη να εξα­σφα­λί­σει τον εαυτό της από τους ίδιους της τους βου­λευ­τές και υπαλ­λή­λους, ορί­ζο­ντας ότι όλοι, δίχως καμιά εξαί­ρε­ση μπο­ρούν να ανα­κλη­θούν σ' οποια­δή­πο­τε στιγ­μή”. (σελ. 20)

Πιο κάτω ο Μαρξ γρά­φει και σχο­λιά­ζει: “Όταν πα­ρα­με­ρί­στη­καν πια ο μό­νι­μος στρα­τός και η αστυ­νο­μία, τα όρ­γα­να αυτά της υλι­κής βίας της πα­λιάς κυ­βέρ­νη­σης, η Κομ­μού­να κα­τα­πιά­στη­κε αμέ­σως να τσα­κί­σει το πνευ­μα­τι­κό όρ­γα­νο κα­τα­πί­ε­σης , την εξου­σία των πα­πά­δων. Χώ­ρι­σε την εκ­κλη­σία από το κρά­τος και απαλ­λο­τρί­ω­σε όλες τις εκ­κλη­σί­ες, που απο­τε­λού­σαν ορ­γα­νι­σμούς με ιδιό­κτη­τη πε­ριου­σία. Οι πα­πά­δες στάλ­θη­καν στην ησυ­χία της ατο­μι­κής ζωής, για να ζή­σουν εκεί από τις ελε­η­μο­σύ­νες των πι­στών, όπως οι πρό­δρο­μοι τους οι από­στο­λοι. Όλα τα εκ­παι­δευ­τι­κά ιδρύ­μα­τα άνοι­ξαν δω­ρε­άν για το λαό και ταυ­τό­χρο­να ξε­κα­θα­ρί­στη­καν από κάθε επέμ­βα­ση της εκ­κλη­σί­ας και του κρά­τους. Έτσι, όχι μόνο η εκ­παί­δευ­ση έγινε προ­σι­τή σε όλους, μα και η ίδια η επι­στή­μη λευ­τε­ρώ­θη­κε από τα δεσμά που της εί­χα­νε επι­βάλ­λει η τα­ξι­κή πρό­λη­ψη και η κυ­βερ­νη­τι­κή εξου­σία.

“Οι δι­κα­στι­κοί λει­τουρ­γοί έχα­σαν εκεί­νη τη φαι­νο­με­νι­κή ανε­ξαρ­τη­σία τους, που χρη­σί­μευε μόνο και μόνο για να σκε­πά­ζει τη χα­μερ­πή τους υπο­τα­γή σε όλες τις αλ­λη­λο­διά­δο­χες κυ­βερ­νή­σεις, στις οποί­ες έδι­ναν με τη σειρά όρκο πί­στης και τον αθε­τού­σαν κάθε φορά. Όπως όλοι οι δη­μό­σιοι υπάλ­λη­λοι, έπρε­πε στο εξής κι αυτοί να εκλέ­γο­νται, να είναι υπεύ­θυ­νοι και να μπο­ρούν να ανα­κλη­θούν”. (σελ. 70-71)


Προ­χώ­ρη­σε στην “...κα­τάρ­γη­ση της νυ­χτε­ρι­νής δου­λειάς των αρ­τερ­γα­τών” και επί­σης στην “..επί ποινή απα­γό­ρευ­ση της συ­νή­θειας που που είχαν οι ερ­γο­δό­τες να ελατ­τώ­νουν τα με­ρο­κά­μα­τα επι­βάλ­λο­ντας,πρό­στι­μα στους ερ­γά­τες (...)Ένα άλλο μέτρο αυτού του εί­δους ήταν η πα­ρά­δο­ση όλων των κλει­στών ερ­γα­στη­ρί­ων και ερ­γο­στα­σί­ων σε συ­νε­ται­ρι­σμούς ερ­γα­τών...” (σελ. 80-81)

Το Πα­ρί­σι κάτω από την κυ­ριαρ­χία της Κομ­μού­νας έγινε ασφα­λής πόλη: “Δεν εκ­θέ­τα­νε πια πτώ­μα­τα στα νε­κρο­το­μεία για ανα­γνώ­ρι­ση, δε γί­νο­νταν πια νυ­χτε­ρι­νές διαρ­ρή­ξεις και στα­μά­τη­σαν σχε­δόν ολό­τε­λα οι κλο­πές. Για πρώτη φορά από τις μέρες του Φλε­βά­ρη του 1848 οι δρό­μοι του Πα­ρι­σιού ήτανε πάλι πραγ­μα­τι­κά ασφα­λείς, κι αυτό χωρίς κα­νε­νός εί­δους αστυ­νο­μία”. (σελ. 84)

Κα­τάρ­γη­σε τα γρα­φεία εξεύ­ρε­σης ερ­γα­σί­ας, “που τα δια­χει­ρί­ζο­νταν μο­νο­πω­λια­κά ορι­σμέ­να υπο­κεί­με­να.... που τα είχε διο­ρί­σει η αστυ­νο­μία. Τα γρα­φεία αυτά με­τα­βι­βά­στη­καν στα δη­μαρ­χεία των εί­κο­σι δια­με­ρι­σμά­των του Πα­ρι­σιού. Στις 30 Απρί­λη η Κομ­μού­να διέ­τα­ξε το κλεί­σι­μο των ενε­χυ­ρο­δα­νει­στη­ρί­ων που απο­τε­λού­σαν μια ιδιω­τι­κή εκ­με­τάλ­λευ­ση των ερ­γα­τών...” (σελ. 14-15) “Χά­ρι­σε όλα τα ενοί­κια για τις κα­τοι­κί­ες...” (σελ. 13)

Από την πρώτη στιγ­μή έδει­ξε τον διε­θνι­στι­κό χα­ρα­κτή­ρα της στις 30 του Μάρτη, “...επι­κυ­ρώ­θη­κε η εκλο­γή των ξένων υπη­κό­ων στην Κομ­μού­να, γιατί “η ση­μαία της Κομ­μού­νας είναι ση­μαία της πα­γκό­σμιας δη­μο­κρα­τί­ας”. (....)η Κομ­μού­να απο­φά­σι­σε να κα­τε­δα­φί­σει τη στήλη της νίκης στην Πλα­τεία Βα­ντόμ, που είναι χυ­μέ­νη από το μέ­ταλ­λο κα­νο­νιών που είχε κυ­ριεύ­σει ο Να­πο­λέ­ο­ντας ύστε­ρα από τον πό­λε­μο του 1809, γιατί απο­τε­λού­σε σύμ­βο­λο εθνι­κι­σμού και μί­σους ανά­με­σα στους λαούς”. (....)το 137 τάγμα έβγα­λε τη λαι­μη­τό­μο και την έκαψε δη­μό­σια μέσα σε λαϊκό αλα­λαγ­μό”. ( σελ. 14 υπογρ. δική μας)

Επί­σης τε­λευ­ταίο αλλά εξαι­ρε­τι­κά ση­μα­ντι­κό πήρε μέτρα προς την κα­τεύ­θυν­ση της χει­ρα­φέ­τη­σης της γυ­ναί­κας, πρω­το­πο­ρια­κά για την εποχή της. Παρά τον απο­κλει­σμό τους από τις εκλο­γές, οι γυ­ναί­κες ήταν πρω­τα­γω­νί­στριες στις λαϊ­κές κι­νη­το­ποι­ή­σεις, στη μάχη με το στρα­τό, στις συ­να­ντή­σεις της γει­το­νιάς και τις δια­δη­λώ­σεις. Είναι εν­δει­κτι­κό ότι η Κομ­μού­να υιο­θέ­τη­σε την ισό­τι­μη ανα­γνώ­ρι­ση έγ­γα­μων και άγα­μων μη­τέ­ρων και την προ­στα­σία των ορ­φα­νών.

“Έτσι από τις 18 του Μάρτη πρό­βα­λε κα­θα­ρά και έντο­να ο τα­ξι­κός χα­ρα­κτή­ρας του πα­ρι­σι­νού κι­νή­μα­τος που, με τον πό­λε­μο ενά­ντια στην ξε­νι­κή επέμ­βα­ση, είχε ως τώρα απω­θη­θεί στο βάθος της σκη­νής. Και μια και στην Κομ­μού­να έπαιρ­ναν μέρος σχε­δόν μόνο ερ­γά­τες ή ανα­γνω­ρι­σμέ­νοι εκ­πρό­σω­ποι των ερ­γα­τών, οι απο­φά­σεις της είχαν απο­φα­σι­στι­κά προ­λε­τα­ρια­κό χα­ρα­κτή­ρα”. (σελ. 15)

Η Κομ­μού­να βο­ή­θη­σε απο­φα­σι­στι­κά στο να ξε­κα­θα­ρί­σουν οι πα­τέ­ρες του Μαρ­ξι­σμού το πε­ριε­χό­με­νο της δι­κτα­το­ρί­ας του προ­λε­τα­ριά­του. Ο Έν­γκελς κλεί­νει την ει­σα­γω­γή του στο έργο του Μαρξ “Ο εμ­φύ­λιος στη Γαλ­λία” με την πε­ρί­φη­μη φράση: “Ε, λοι­πόν, κύ­ριοι, θέ­λε­τε να μά­θε­τε τι λογής είναι αυτή η δι­κτα­το­ρία; Κοι­τάξ­τε την Πα­ρι­σι­νή Κομ­μού­να. Αυτή ήταν η δι­κτα­το­ρία του προ­λε­τα­ριά­του”. (σελ. 23)

Τα λάθη, δι­δάγ­μα­τα

Είναι πολλά και ση­μα­ντι­κά τα δι­δάγ­μα­τα που βγαί­νουν από τα λάθη της Κομ­μού­νας και ισχύ­ουν σή­με­ρα με όλη τους την αξία, για την δράση των επα­να­στα­τών. Έχου­με πολλά να μά­θου­με πα­λιοί και νέοι αγω­νι­στές με­λε­τώ­ντας το έπος της Πα­ρι­σι­νής Κομ­μού­νας και ότι έχουν γρά­ψει γι αυτό οι κλα­σι­κοί του μαρ­ξι­σμού. Για το πρώτο και πιο ση­μα­ντι­κό λάθος των κομ­μου­νά­ρων έχου­με ήδη ανα­φερ­θεί, ήταν το ολέ­θριο λάθος να μην κυ­νη­γή­σουν και συ­ντρί­ψουν τον Θιέρ­σο και τα υπο­λείμ­μα­τα της κρα­τι­κής μη­χα­νής του αμέ­σως μετά την πα­τα­γώ­δη απο­τυ­χία του να αφο­πλί­σει την εθνο­φρου­ρά, αμέ­σως μετά την συμ­φι­λί­ω­ση λαού στρα­τού.

Το γιατί συ­νέ­βη αυτό μας το εξη­γεί ο Λένιν στο έργο του “Τα δι­δάγ­μα­τα της Κομ­μού­νας” : “Το προ­λε­τα­ριά­το που εξε­γέρ­θη­κε ενά­ντια στο παλιό κα­θε­στώς (σ.σ. 4 Σε­πτέμ­βρη 1870 η πτώση της αυ­το­κρα­το­ρί­ας) επω­μί­στη­κε δύο κα­θή­κο­ντα, ένα πα­νε­θνι­κό κι ένα τα­ξι­κό: την απε­λευ­θέ­ρω­ση της Γαλ­λί­ας από τους Γερ­μα­νούς ει­σβο­λείς και τη σο­σια­λι­στι­κή απε­λευ­θέ­ρω­ση των ερ­γα­τών από τον κα­πι­τα­λι­σμό. Το πιο πρω­τό­τυ­πο χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό γνώ­ρι­σμα της Κομ­μού­νας βρί­σκε­ται σ' αυτήν ακρι­βώς τη συ­νέ­νω­ση των δύο κα­θη­κό­ντων”.

“ Η αστι­κή τάξη είχε σχη­μα­τί­σει τότε “κυ­βέρ­νη­ση εθνι­κής άμυ­νας” και το προ­λε­τα­ριά­το βρέ­θη­κε υπο­χρε­ω­μέ­νο να πα­λέ­ψει για την πα­νε­θνι­κή ανε­ξαρ­τη­σία κάτω από την ηγε­σία της κυ­βέρ­νη­σης αυτής. Στην πραγ­μα­τι­κό­τη­τα η κυ­βέρ­νη­ση αυτή ήταν κυ­βέρ­νη­ση “προ­δο­σί­ας του λαού”, που απο­στο­λή της θε­ω­ρού­σε την πάλη ενά­ντια στο προ­λε­τα­ριά­το του Πα­ρι­σιού. Το προ­λε­τα­ριά­το όμως, τυ­φλω­μέ­νο από πα­τριω­τι­κές αυ­τα­πά­τες δεν το κα­τα­λά­βαι­νε αυτό. (...) Η ιδέα αυτή είχε υπο­τά­ξει τα μυαλά των σο­σια­λι­στών της Κομ­μού­νας και ο Μπλαν­κί λόγου χάρη, αναμ­φι­σβή­τη­τα επα­να­στά­της και θερ­μός οπα­δός του σο­σια­λι­σμού, δεν βρήκε πιο κα­τάλ­λη­λη ονο­μα­σία για την εφη­με­ρί­δα του από την αστι­κή κραυ­γή: “Η πα­τρί­δα σε κίν­δυ­νο!”

“Το μοι­ραίο λάθος των Γάλ­λων σο­σια­λι­στών βρι­σκό­ταν στη συ­νέ­νω­ση αυτή των αντι­φα­τι­κών κα­θη­κό­ντων,του πα­τριω­τι­σμού και του σο­σια­λι­σμού” ( Άπα­ντα τ. 16 σελ. 475 υπογρ. Δικές μας).

Δυ­στυ­χώς “το μοι­ραίο λάθος” που από ανω­ρι­μό­τη­τα διέ­πρα­ξαν οι Γάλ­λοι σο­σια­λι­στές το επα­νέ­λα­βαν αρ­κε­τές φορές οι επί­γο­νοί, πράγ­μα που έφερε με­γά­λες ήττες στο πα­γκό­σμιο ερ­γα­τι­κό κί­νη­μα. Και αυτό το ολέ­θριο λάθος επι­βιώ­νει και στις μέρες μας, όχι από ανω­ρι­μό­τη­τα αλλά από συ­νει­δη­τή στάση απέ­να­ντι στον πα­τριω­τι­σμό, δεν έχουν δι­δα­χθεί τί­πο­τα από το δράμα της Κομ­μού­νας και όχι μόνο.

Και συ­νε­χί­ζει πα­ρα­κά­τω, σαν να απευ­θύ­νε­ται στο σή­με­ρα και στο ότι βιώ­νου­με στην Ελ­λά­δα: “Η αστι­κή τάξη ας έχει την ευ­θύ­νη για την εθνι­κή τα­πεί­νω­ση, έργο του προ­λε­τα­ριά­του είναι να αγω­νι­στεί για την σο­σια­λι­στι­κή απε­λευ­θέ­ρω­ση της ερ­γα­σί­ας από το ζυγό της αστι­κής τάξης”. (οπ. π. Σελ 476 υπογρ. Δική μας)

“Δύο όμως λάθη κα­τέ­στρε­ψαν τους καρ­πούς της λα­μπρής νίκης. Το προ­λε­τα­ριά­το στα­μά­τη­σε στη μέση του δρό­μου αντί ν' αρ­χί­σει την “απαλ­λο­τρί­ω­ση των απαλ­λο­τριω­τών”, πα­ρα­σύρ­θη­κε από το όνει­ρο να εγκα­θι­δρύ­σει ανώ­τε­ρη δι­καιο­σύ­νη σε μια χώρα που να την ενώ­νει το πα­νε­θνι­κόν κα­θή­κον, δεν κα­τά­λα­βε, λχ, τέ­τοια κρα­τι­κά ιδρύ­μα­τα, σαν τη Τρά­πε­ζα, οι θε­ω­ρί­ες των πρου­ντο­νι­στών για “δί­καιη ανταλ­λα­γή” κτλ, επι­κρα­τού­σαν ακόμη ανά­με­σα στους σο­σια­λι­στές. Το δεύ­τε­ρο λάθος είναι η υπερ­βο­λι­κή με­γα­λο­ψυ­χία του προ­λε­τα­ριά­του: έπρε­πε να εξο­ντώ­σει τους εχθρούς του. (....) και αντί να στε­φα­νώ­σει τη νίκη του στο Πα­ρί­σι με απο­φα­σι­στι­κή επί­θε­ση ενά­ντια στις Βερ­σαλ­λί­ες, αρ­γο­πό­ρη­σε κι έδωσε στην κυ­βέρ­νη­ση τον καιρό να συ­γκε­ντρώ­σει τις σκο­τει­νές δυ­νά­μεις και να προ­ε­τοι­μα­στεί για τη μα­τω­μέ­νη βδο­μά­δα του Μάη”. (σελ. 476-477)

Παρ' όλα αυτά ο Λένιν το­νί­ζει ότι: “Η Κομ­μού­να έβαλε σε κί­νη­ση το σο­σια­λι­στι­κό κί­νη­μα της Ευ­ρώ­πης, έδει­ξε τη δύ­να­μη του εμ­φυ­λί­ου πο­λέ­μου, διά­λυ­σε τις πα­τριω­τι­κές αυ­τα­πά­τες και έκανε θρύ­ψα­λα την απλοϊ­κή πίστη ότι οι επι­διώ­ξεις της αστι­κής τάξης είναι πα­νε­θνι­κές. Η Κομ­μού­να έμαθε στο ευ­ρω­παϊ­κό προ­λε­τα­ριά­το να βάζει συ­γκε­κρι­μέ­να τα κα­θή­κο­ντα της σο­σια­λι­στι­κής επα­νά­στα­σης”. (σελ. 477 υπογρ. Δική μας)

Ο ρόλος του κόμ­μα­τος

Ο Λένιν δίνει με­γά­λη ση­μα­σία για την ήττα της Κομ­μού­νας στην έλ­λει­ψη επα­να­στα­τι­κού κόμ­μα­τος. Έλ­λει­ψη που υπάρ­χει και σή­με­ρα. Και γί­νε­ται από τους επα­να­στά­τες του σή­με­ρα, ένας τι­τά­νιος αγώ­νας για την συ­γκρό­τη­σή του, μια και η κρίση στην κοι­νω­νία-πα­γκό­σμια- είναι κρίση επα­να­στα­τι­κής ηγε­σί­ας. Τα δι­δάγ­μα­τα της Κομ­μού­νας είναι πο­λύ­τι­μα σ' αυτήν την προ­σπά­θεια μας. Ας δούμε, ο Λένιν, πως εκ­θέ­τει την άποψή του πάνω στο ζή­τη­μα: “Για να νι­κή­σει η κοι­νω­νι­κή επα­νά­στα­ση πρέ­πει να υπάρ­χουν του­λά­χι­στο δύο όροι: υψηλή ανά­πτυ­ξη των πα­ρα­γω­γι­κών δυ­νά­με­ων ( είναι η άποψη που επι­κρα­τού­σε τότε στους επα­να­στά­τες πριν η Οκτω­βρια­νή επα­νά­στα­ση σύμ­φω­να με την ρήση του Λένιν “σπά­σει τον αδύ­να­το κρίκο της πα­γκό­σμιας κα­πι­τα­λι­στι­κής αλυ­σί­δας” στη Ρωσία) και η κα­τάλ­λη­λη προ­ε­τοι­μα­σία του προ­λε­τα­ριά­του. Το 1871 όμως οι δύο αυτοί όροι δεν υπήρ­χαν. Ο γαλ­λι­κός κα­πι­τα­λι­σμός ήταν ακόμη αδύ­να­τος.... Από την άλλη μεριά δεν υπήρ­χε ερ­γα­τι­κό κόμμα, δεν υπήρ­χε προ­ε­τοι­μα­σία και μα­κρό­χρο­νη εξά­σκη­ση της ερ­γα­τι­κής τάξης που στη με­γά­λη πλειο­ψη­φία της δεν κα­τα­λά­βαι­νε και πολύ κα­θα­ρά τα κα­θή­κο­ντα της και τους τρό­πους πραγ­μα­το­ποί­η­σής τους. Δεν υπήρ­χε ούτε σο­βα­ρή πο­λι­τι­κή ορ­γά­νω­ση του προ­λε­τα­ριά­του, ούτε μα­ζι­κά συν­δι­κά­τα και συ­νε­ται­ρι­στι­κές ενώ­σεις”. (Άπα­ντα τ. 20 σελ. 226 υπογρ. Δική μας)

Ο Τρό­τσκι στην ει­σή­γη­σή του στην Κομ­μου­νι­στι­κή Διε­θνή σχε­τι­κά με το Γαλ­λι­κό ΚΚ το 1922 μας δίνει μια εξαι­ρε­τι­κή ει­κό­να στο τι ακρι­βώς από ορ­γα­νω­τι­κή άποψη ήταν η Κομ­μού­να:

“Η πιο έν­δο­ξη στιγ­μή στην ιστο­ρία του γαλ­λι­κού προ­λε­τα­ριά­του-η Πα­ρι­σι­νή Κομ­μού­να- δεν ήταν τί­πο­τα άλλο παρά ένα μπλοκ όλων των ορ­γα­νώ­σε­ων και των απο­χρώ­σε­ων της γαλ­λι­κής ερ­γα­τι­κής τάξης, ενω­μέ­νων ενά­ντια στην μπουρ­ζουα­ζία. Αν, παρά την εγκα­θί­δρυ­ση του ενιαί­ου με­τώ­που, η Κομ­μού­να συ­ντρί­φτη­κε τόσο γρή­γο­ρα, η εξή­γη­ση γι αυτό πρέ­πει να ανα­ζη­τη­θεί στο γε­γο­νός ότι το ενιαίο μέ­τω­πο δεν είχε στην αρι­στε­ρή του πτέ­ρυ­γα μια γνή­σια επα­να­στα­τι­κή, πει­θαρ­χι­κή και απο­φα­σι­στι­κή ορ­γά­νω­ση που να είναι ικανή να κερ­δί­σει μέσα στη φωτιά των γε­γο­νό­των γρή­γο­ρα την ηγε­σία.

Με αυτή ακρι­βώς την έν­νοια η Κομ­μού­να ήταν μια Ερ­γα­τι­κή Κυ­βέρ­νη­ση-ένα μπλοκ των κομ­μά­των και των ομά­δων της ερ­γα­τι­κής τάξης, που αντι­πα­ρα­θέ­το­νταν στη μπουρ­ζουα­ζία. Σαν μια ερ­γα­τι­κή κυ­βέρ­νη­ση, η Κομ­μού­να δεν αντι­προ­σώ­πευε τί­πο­τε άλλο παρά ένα σταθ­μό προς την εγκα­θί­δρυ­ση της σο­σια­λι­στι­κής τάξης. Το τα­ξι­κά συ­νει­δη­το­ποι­η­μέ­νο γαλ­λι­κό προ­λε­τα­ριά­το χρειά­ζε­ται να προ­βλη­μα­τι­στεί σο­βα­ρά πάνω στη πείρα της Κομ­μού­νας για να ανα­κα­λύ­ψει στο ηρω­ι­κό του πα­ρελ­θόν όλα τα ανα­γκαία επι­χει­ρή­μα­τα υπέρ της γνή­σιας επα­να­στα­τι­κής τα­κτι­κής του ενιαί­ου με­τώ­που, μαζί με το αί­τη­μα για μια ερ­γα­τι­κή κυ­βέρ­νη­ση που απορ­ρέ­ει απ' αυτή την τα­κτι­κή” (υπογρ. Δική μας)

Η ιστο­ρία της μα­κραί­ω­νης τα­ξι­κής πάλης μέσα στα πλαί­σια της κε­φα­λαιο­κρα­τι­κής κοι­νω­νί­ας κοι­νω­νί­ας μας έχει απο­δεί­ξει πόσο κρί­σι­μη είναι η σχέση Έθνους-Τά­ξης-Κόμ­μα­τος-Ηγε­σί­ας για την εξέ­λι­ξη της τα­ξι­κής πάλης προς όφε­λος του ερ­γα­τι­κού και λαϊ­κού κι­νή­μα­τος. Η ερ­γα­τι­κή τάξη κα­θο­δη­γεί το έθνος, την τάξη κα­θο­δη­γεί το κόμμα και το κόμμα το κα­θο­δη­γεί η ηγε­σία. Και εν­νο­ού­με κόμμα όχι ένα κόμμα συ­νι­στω­σών, όπως ήτανε η Κομ­μού­να, αλλά ένα ενιαίο κόμμα (βέ­βαια με­τα­βα­τι­κά θα ξε­κι­νή­σου­με από αυτό που μπο­ρού­με να έχου­με ένα μέ­τω­πο κομ­μά­των και ορ­γα­νώ­σε­ων) με ρίζες και επιρ­ροή στο ερ­γα­τι­κό και λαϊκό κί­νη­μα, με στε­λέ­χη με μα­ζι­κή απή­χη­ση, ανα­γνω­ρι­σμέ­νοι ηγέ­τες των ορ­γα­νώ­σε­ων και κι­νη­μά­των του ερ­γα­τι­κού και λαϊ­κού κι­νή­μα­τος , με πλέ­ρια δη­μο­κρα­τία στις γραμ­μές του και οπωσ­δή­πο­τε πει­θαρ­χία (ενό­τη­τα στη δράση) συ­νει­δη­τή που θα απορ­ρέ­ει από την εμπι­στο­σύ­νη της βάσης προς την ηγε­σία και όχι μόνο από τους τυ­πι­κούς κα­νό­νες του κα­τα­στα­τι­κού.

Η έλ­λει­ψη ενός τέ­τοιου κόμ­μα­τος στην Κομ­μού­να οδή­γη­σε το μέ­τω­πο σε ση­μα­ντι­κές ελ­λεί­ψεις όπως ενός σχε­δί­ου καλά προ­ε­τοι­μα­σμέ­νου για την κα­τά­λη­ψη της εξου­σί­ας, όπως ενός καλά επε­ξερ­γα­σμέ­νου προ­γράμ­μα­τος δρά­σης. Και το πιο ση­μα­ντι­κό, έλ­λει­ψη πει­θαρ­χί­ας, συ­ντο­νι­σμού και ορ­γά­νω­σης στη εθνο­φρου­ρά. Συ­γκε­κρι­μέ­να από τις 167.000 μι­σθο­δο­τού­με­νους στρα­τιώ­τες και αξιω­μα­τι­κούς της εθνο­φρου­ράς μόνο οι 20.000 και στην κα­λύ­τε­ροι πε­ρί­πτω­ση 30.000 ήταν ενερ­γοί μα­χη­τές!!

Ωστό­σο παρ' όλα τα λάθη και τις αδυ­να­μί­ες η Κομ­μού­να μας εμπνέ­ει και φω­τί­ζει με το πα­ρά­δειγ­μά της το δρόμο μας.

*Μέλος ΛΑΕ Ν. Σμύρ­νης

[1] Μπλαν­κι­στές: Οπα­δοί του Μπλαν­κί (1805-1881). Πί­στευαν στην ανά­γκη ύπαρ­ξης μιας συ­νω­μο­τι­κής ορ­γά­νω­σης-και όχι στη μα­ζι­κή δράση, ότι η υπό­θε­ση του σο­σια­λι­σμού και της κα­τά­λη­ψης της εξου­σί­ας είναι υπό­θε­ση της ερ­γα­τι­κής τάξης και των συμ­μά­χων της-η οποία πρα­ξι­κο­πη­μα­τι­κά θα κα­τα­λάμ­βα­νε την εξου­σία και μετά θα ακο­λου­θού­σαν ιο μάζες.

[2] Πρου­ντο­νι­στές: Οπα­δοί του Πρου­ντόν (1809-1865). Συμ­με­τεί­χαν στην 1η Διε­θνή, αλλά η βάση των από­ψε­ών τους ήταν αντι­δρα­στι­κή. Ο Πρου­ντόν υπήρ­ξε ο ιδε­ο­λό­γος του μι­κρο­α­στι­κού σο­σια­λι­σμού και πα­τέ­ρας του αναρ­χι­σμού. Υπο­στή­ρι­ζε ότι ο σο­σια­λι­σμός θα ερ­χό­ταν όχι με την ανα­τρο­πή του συ­στή­μα­τος , αλλά με την ίδρυ­ση συ­νερ­γα­τι­κών ερ­γα­στη­ρί­ων. Συγ­γρα­φέ­ας του “Τι είναι ιδιο­κτη­σία” και “Η φι­λο­σο­φία της αθλιό­τη­τας” στο οποίο του απα­ντά ο Μαρξ με το έργο του “Η αθλιό­τη­τα της φι­λο­σο­φί­ας”. Μετά την ήττα της Κομ­μού­νας η τάση αυτή προ­ο­δευ­τι­κά εξα­φα­νί­στη­κε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου