Έχουμε την ευτυχία να ζούμε σε μια περίοδο που για πρώτη φορά στη μεταπολεμική Ευρώπη υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο να σχηματιστεί κυβέρνηση της Αριστεράς. Παράλληλα, έχουμε τη δυστυχία στην ίδια περίοδο μεγάλα τμήματα της κοινωνίας να υφίστανται τρομακτικά δεινά. Έχουμε τη χαρά να μην πνίγει τον ορίζοντά μας η επέλαση μιας Λεπέν.
Ταυτόχρονα, έχουμε την αγωνία (η οποία όταν δεν μετασχηματίζεται σε αγώνα συνήθως μεταλλάσσεται σε παθητικότητα και απογοήτευση) αν η κυβέρνηση της Αριστεράς (εν προκειμένω ο ΣΥΡΙΖΑ) θα τα βγάλει πέρα, είτε λόγω της σκληρής πραγματικότητας είτε εξαιτίας της δικής του ανεπάρκειας – και τα δύο ισχύουν. Σε αυτό το κείμενο δεν σκοπεύουμε να αναφερθούμε στα στρατηγικά, τακτικά και οργανωτικά προβλήματα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά κυρίως στο κομβικό, κατά τη γνώμη μας, ζήτημα της στάσης του κινήματος απέναντι σε μια ενδεχόμενη κυβέρνηση της Αριστεράς.
Εξηγούμαστε: Με τον όρο «κίνημα» αναφερόμαστε σε όλο εκείνο το γαλαξία μορφών κοινωνικής αυτοοργάνωσης, αλλά και διαμεσολάβησης κάθε τύπου (από συνδικάτα και συλλόγους μέχρι σωματεία βάσης, λαϊκές συνελεύσεις, επιτροπές αγώνα, στέκια, δομές αλληλεγγύης και καταλήψεις), με διαδικασίες άμεσης δημοκρατίας, αλλά και γραφειοκρατίας – θεσμισμένης ή άτυπης. Προφανώς, στο κίνημα (ή στα κινήματα) η Αριστερά, με διαφορετικούς ρυθμούς και χαρακτηριστικά, και ο Α/Α χώρος παίζουν πρωταγωνιστικό, αλλά όχι αποκλειστικό ρόλο – τα παραδείγματα της Κερατέας, της Χαλκιδικής και των καθαριστριών είναι χαρακτηριστικά. Με αυτή την έννοια, η ταύτιση του κινήματος με το «κοινωνικό», το «αδιαμεσολάβητο» και το «αμεσοδημοκρατικό» και του κόμματος με το «γραφειοκρατικό» και το «χειραγωγητικό» είναι τουλάχιστον απλοϊκή και σχηματική. Έχουμε δει κινήματα να λειτουργούν πολύ πιο αντιδημοκρατικά από κόμματα, εξάλλου πολλά μέλη κομμάτων (του ΣΥΡΙΖΑ συμπεριλαμβανομένου) συμμετέχουν ενεργά και ανιδιοτελώς στο κίνημα.
Κάναμε την προηγούμενη διευκρίνιση για να υποστηρίξουμε τον ακόλουθο ισχυρισμό: Το κίνημα (κινήματα) υπόκειται κάθε περίοδο σε μια διπλή ώθηση και παράλληλα πίεση. Αφενός στη γενική κοινωνική τάση για διαμαρτυρία και αντίσταση (π.χ., πλατείες) και στην ειδική τάση των πολιτικών πρωτοποριών να ανοίξουν –ή να κλείσουν– συγκεκριμένα μέτωπα. Αν αυτό εντοπιστεί σε αυτή την περίοδο οδηγεί στις εξής διαπιστώσεις: Η υποχώρηση της γενικής κοινωνικής τάσης για διαμαρτυρία και αντίσταση, λόγω της ήττας απέναντι στη μνημονιακή επίθεση, της ζοφερής πραγματικότητας που προκαλούν η φτώχεια, η ανεργία και η ανασφάλεια, αλλά και της έλλειψης μιας σαφούς προοπτικής υπέρβασης αυτής της κατάστασης ωθούν μεγάλα τμήματα των «από κάτω» στην παραίτηση και την ανάθεση. Παράλληλα, μια αντίστοιχη υποχώρηση συντελείται στους χώρους των πολιτικών πρωτοποριών. Προφανώς, οφείλεται στην κοινωνική ύφεση, αλλά παροξύνεται από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτών των χώρων. Ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ, ιδιαίτερα τα πιο ριζοσπαστικά μέλη του, βιώνει εξαιρετική εσωστρέφεια και απογοήτευση από τις παλινωδίες της ηγεσίας του ή αρκείται σε μια ενδοκομματική ανάθεση, το ΚΚΕ ξεπερνά σε σεχταριστική μεν, καθεστωτική δε περιχαράκωση κάθε ιστορικό προηγούμενο, η άκρα Αριστερά (πρωτοστατούσης της ΑΝΤΑΡΣΎΑ), έχοντας επιλέξει αντί της αριστερής παρέμβασης στην προοπτική μιας κυβέρνησης της Αριστεράς τη διασπαστική περιχαράκωση, διακρίνεται από πρωτοφανή εσωστρέφεια και έναν ιδιότυπο οικονομισμό ενώ μεγάλα τμήματα του Α/Α χώρου «σαν να μην έχει περάσει μια μέρα», επειδή είναι αντιεκλογικά, συνεχίζει αυτά που έκανε.
Τούτων δοθέντων, ενώ, κατά τη γνώμη μας, το ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης της Αριστεράς αποτελεί κορυφαίας σημασίας γεγονός για την πορεία της ταξικής πάλης, ακριβώς γιατί είτε θα της ανοίξει νέα πεδία ανάπτυξης και σύγκρουσης είτε θα την καταβαραθρώσει στην ανυποληψία και την ακροδεξιά παλινόρθωση (τα περί «νέου ΠΑΣΟΚ» είναι καφενειακές μπούρδες, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να μετεξελιχθεί σε καθεστωτικό κόμμα, είτε θα προχωρήσει αριστερά είτε θα συντριβεί, το ΠΑΣΟΚ ήταν ήδη «κράτος» πριν αναλάβει την πολιτική εξουσία το 1981, εξάλλου η εποχή ευνοούσε την ενσωμάτωση στο κράτος ευρέων κοινωνικών στρωμάτων), από την άλλη η κοινωνική νηνεμία και η ανάθεση ή ο σεχταρισμός που διακρίνουν την πλεονότητα της Αριστεράς και του Α/Α χώρου δεν αποτελούν καλούς οιωνούς για το άμεσο μέλλον;
Είναι δυνατόν όλη την προηγούμενη περίοδο, αλλά και τώρα προεκλογικά να μην έχει γίνει ούτε μία «κινηματική» συνέλευση για τα άμεσα αιτήματα του κινήματος αν σχηματιστεί κυβέρνηση της Αριστεράς; Είναι δυνατόν ριζοσπαστικοί πολιτικοί χώροι όπως η ΑΝΤΑΡΣΎΑ να μην ασχολούνται με την οργάνωση, π.χ., των νοσοκομείων, που έχουν δυνάμεις, στην κατεύθυνση της λαϊκής συμμετοχής και του «άλλου Δημόσιου», αλλά να περιορίζονται σε συνδικαλιστικές κοινοτοπίες ή να ξεχνούν τους τρομονόμους και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης προσφύγων στις «ενωτικές πλατφόρμες» τους; Είναι δυνατόν ο ΣΥΡΙΖΑ, εκτός όλων των άλλων, να μην έχει ένα στοιχειώδες σχέδιο για την αντιμετώπιση του «βαθέος κράτους» και να γελοιοποιείται όταν στελέχη του υποστηρίζουν δημόσια ότι «θα διαλύσουμε την Ομάδα Δέλτα και θα στείλουμε τους άντρες της να κάνουν περιπολίες όχι στην Κηφισιά και την Εκάλη, αλλά στις λαϊκές γειτονιές σαν τον Άγιο Παντελεήμονα» – Θεός φυλάξοι; Είναι δυνατόν ο Α/Α χώρος, αν και στο στόχαστρο της κρατικής καταστολής, να αρνείται να γίνει καμπάνια για την κατάργηση των τρομονόμων, του κουκουλονόμου και των φυλακών τύπου Γ′ για να μην καλλιεργηθούν εκλογικές αυταπάτες;
Θεωρούμε ότι τα προηγούμενα ερωτήματα δίνουν, σε γενικές γραμμές, το στίγμα της κατεύθυνσης που οφείλει να έχει το κίνημα και η αριστερά της Αριστεράς (συμπεριλαμβανομένων των ριζοσπαστικών μελών και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ) την αμέσως επόμενη περίοδο. Ήδη από τον Νοέμβριο, το Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα με την παρέμβασή του για την «αριστερή κυβέρνηση της Αριστεράς – αφετηριακές προσεγγίσεις και άμεσες διεκδικήσεις» και θέσεις για το μεταναστευτικό-προσφυγικό, τις φυλακές και τους πολιτικούς κρατούμενους, την αστυνομία και τους φασίστες, καθώς και τα λεγόμενα εθνικά θέματα προσπάθησε να συνεισφέρει σε αυτή την προγραμματική κινηματική σύγκλιση. Η ανταπόκριση ήταν μικρή. Παρ’ όλα αυτά επιμένουμε: Αν δεν δημιουργηθεί ένα ενωτικό μαχητικό ρεύμα προωθητικής αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση της Αριστεράς ούτε αυτή ούτε το κίνημα θα τα πάνε καλά.
Εξηγούμαστε: Με τον όρο «κίνημα» αναφερόμαστε σε όλο εκείνο το γαλαξία μορφών κοινωνικής αυτοοργάνωσης, αλλά και διαμεσολάβησης κάθε τύπου (από συνδικάτα και συλλόγους μέχρι σωματεία βάσης, λαϊκές συνελεύσεις, επιτροπές αγώνα, στέκια, δομές αλληλεγγύης και καταλήψεις), με διαδικασίες άμεσης δημοκρατίας, αλλά και γραφειοκρατίας – θεσμισμένης ή άτυπης. Προφανώς, στο κίνημα (ή στα κινήματα) η Αριστερά, με διαφορετικούς ρυθμούς και χαρακτηριστικά, και ο Α/Α χώρος παίζουν πρωταγωνιστικό, αλλά όχι αποκλειστικό ρόλο – τα παραδείγματα της Κερατέας, της Χαλκιδικής και των καθαριστριών είναι χαρακτηριστικά. Με αυτή την έννοια, η ταύτιση του κινήματος με το «κοινωνικό», το «αδιαμεσολάβητο» και το «αμεσοδημοκρατικό» και του κόμματος με το «γραφειοκρατικό» και το «χειραγωγητικό» είναι τουλάχιστον απλοϊκή και σχηματική. Έχουμε δει κινήματα να λειτουργούν πολύ πιο αντιδημοκρατικά από κόμματα, εξάλλου πολλά μέλη κομμάτων (του ΣΥΡΙΖΑ συμπεριλαμβανομένου) συμμετέχουν ενεργά και ανιδιοτελώς στο κίνημα.
Κάναμε την προηγούμενη διευκρίνιση για να υποστηρίξουμε τον ακόλουθο ισχυρισμό: Το κίνημα (κινήματα) υπόκειται κάθε περίοδο σε μια διπλή ώθηση και παράλληλα πίεση. Αφενός στη γενική κοινωνική τάση για διαμαρτυρία και αντίσταση (π.χ., πλατείες) και στην ειδική τάση των πολιτικών πρωτοποριών να ανοίξουν –ή να κλείσουν– συγκεκριμένα μέτωπα. Αν αυτό εντοπιστεί σε αυτή την περίοδο οδηγεί στις εξής διαπιστώσεις: Η υποχώρηση της γενικής κοινωνικής τάσης για διαμαρτυρία και αντίσταση, λόγω της ήττας απέναντι στη μνημονιακή επίθεση, της ζοφερής πραγματικότητας που προκαλούν η φτώχεια, η ανεργία και η ανασφάλεια, αλλά και της έλλειψης μιας σαφούς προοπτικής υπέρβασης αυτής της κατάστασης ωθούν μεγάλα τμήματα των «από κάτω» στην παραίτηση και την ανάθεση. Παράλληλα, μια αντίστοιχη υποχώρηση συντελείται στους χώρους των πολιτικών πρωτοποριών. Προφανώς, οφείλεται στην κοινωνική ύφεση, αλλά παροξύνεται από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτών των χώρων. Ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ, ιδιαίτερα τα πιο ριζοσπαστικά μέλη του, βιώνει εξαιρετική εσωστρέφεια και απογοήτευση από τις παλινωδίες της ηγεσίας του ή αρκείται σε μια ενδοκομματική ανάθεση, το ΚΚΕ ξεπερνά σε σεχταριστική μεν, καθεστωτική δε περιχαράκωση κάθε ιστορικό προηγούμενο, η άκρα Αριστερά (πρωτοστατούσης της ΑΝΤΑΡΣΎΑ), έχοντας επιλέξει αντί της αριστερής παρέμβασης στην προοπτική μιας κυβέρνησης της Αριστεράς τη διασπαστική περιχαράκωση, διακρίνεται από πρωτοφανή εσωστρέφεια και έναν ιδιότυπο οικονομισμό ενώ μεγάλα τμήματα του Α/Α χώρου «σαν να μην έχει περάσει μια μέρα», επειδή είναι αντιεκλογικά, συνεχίζει αυτά που έκανε.
Τούτων δοθέντων, ενώ, κατά τη γνώμη μας, το ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης της Αριστεράς αποτελεί κορυφαίας σημασίας γεγονός για την πορεία της ταξικής πάλης, ακριβώς γιατί είτε θα της ανοίξει νέα πεδία ανάπτυξης και σύγκρουσης είτε θα την καταβαραθρώσει στην ανυποληψία και την ακροδεξιά παλινόρθωση (τα περί «νέου ΠΑΣΟΚ» είναι καφενειακές μπούρδες, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να μετεξελιχθεί σε καθεστωτικό κόμμα, είτε θα προχωρήσει αριστερά είτε θα συντριβεί, το ΠΑΣΟΚ ήταν ήδη «κράτος» πριν αναλάβει την πολιτική εξουσία το 1981, εξάλλου η εποχή ευνοούσε την ενσωμάτωση στο κράτος ευρέων κοινωνικών στρωμάτων), από την άλλη η κοινωνική νηνεμία και η ανάθεση ή ο σεχταρισμός που διακρίνουν την πλεονότητα της Αριστεράς και του Α/Α χώρου δεν αποτελούν καλούς οιωνούς για το άμεσο μέλλον;
Είναι δυνατόν όλη την προηγούμενη περίοδο, αλλά και τώρα προεκλογικά να μην έχει γίνει ούτε μία «κινηματική» συνέλευση για τα άμεσα αιτήματα του κινήματος αν σχηματιστεί κυβέρνηση της Αριστεράς; Είναι δυνατόν ριζοσπαστικοί πολιτικοί χώροι όπως η ΑΝΤΑΡΣΎΑ να μην ασχολούνται με την οργάνωση, π.χ., των νοσοκομείων, που έχουν δυνάμεις, στην κατεύθυνση της λαϊκής συμμετοχής και του «άλλου Δημόσιου», αλλά να περιορίζονται σε συνδικαλιστικές κοινοτοπίες ή να ξεχνούν τους τρομονόμους και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης προσφύγων στις «ενωτικές πλατφόρμες» τους; Είναι δυνατόν ο ΣΥΡΙΖΑ, εκτός όλων των άλλων, να μην έχει ένα στοιχειώδες σχέδιο για την αντιμετώπιση του «βαθέος κράτους» και να γελοιοποιείται όταν στελέχη του υποστηρίζουν δημόσια ότι «θα διαλύσουμε την Ομάδα Δέλτα και θα στείλουμε τους άντρες της να κάνουν περιπολίες όχι στην Κηφισιά και την Εκάλη, αλλά στις λαϊκές γειτονιές σαν τον Άγιο Παντελεήμονα» – Θεός φυλάξοι; Είναι δυνατόν ο Α/Α χώρος, αν και στο στόχαστρο της κρατικής καταστολής, να αρνείται να γίνει καμπάνια για την κατάργηση των τρομονόμων, του κουκουλονόμου και των φυλακών τύπου Γ′ για να μην καλλιεργηθούν εκλογικές αυταπάτες;
Θεωρούμε ότι τα προηγούμενα ερωτήματα δίνουν, σε γενικές γραμμές, το στίγμα της κατεύθυνσης που οφείλει να έχει το κίνημα και η αριστερά της Αριστεράς (συμπεριλαμβανομένων των ριζοσπαστικών μελών και στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ) την αμέσως επόμενη περίοδο. Ήδη από τον Νοέμβριο, το Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα με την παρέμβασή του για την «αριστερή κυβέρνηση της Αριστεράς – αφετηριακές προσεγγίσεις και άμεσες διεκδικήσεις» και θέσεις για το μεταναστευτικό-προσφυγικό, τις φυλακές και τους πολιτικούς κρατούμενους, την αστυνομία και τους φασίστες, καθώς και τα λεγόμενα εθνικά θέματα προσπάθησε να συνεισφέρει σε αυτή την προγραμματική κινηματική σύγκλιση. Η ανταπόκριση ήταν μικρή. Παρ’ όλα αυτά επιμένουμε: Αν δεν δημιουργηθεί ένα ενωτικό μαχητικό ρεύμα προωθητικής αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση της Αριστεράς ούτε αυτή ούτε το κίνημα θα τα πάνε καλά.
Δίκτυο για τα Πολιτικά και Κοινωνικά Δικαιώματα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου