Κ.Μαραγκός | Avantgarde
Ανεξάρτητα το τι πιστεύει κανείς για τον Τσίπρα, το εκλογικό αποτέλεσμα είναι ένας θρίαμβος για τον ίδιο και το εναπομείναν κόμμα του. Ένα κόμμα που μπορεί να έχασε το πιο δυναμικό αριστερό του κομμάτι μαζί και σύσσωμη τη νεολαία του, αλλά κατάφερε να καταγράψει τα ίδια σχεδόν ποσοστά με αυτά της 25ης Γενάρη. Αυτό ήταν πέρα από κάθε πρόβλεψη. Είναι αλήθεια ότι ο Σύριζα του 3ου μνημονίου έχασε 320 χιλ από τα 2,24 εκ ψήφους του Γενάρη. Ακόμα και έτσι όμως διατήρησε το 85% της επιρροής του. Όμως απώλειες σε ψήφους δεν είχε μόνο ο Σύριζα. Η ΝΔ χάνει 200 χιλ, η νεοφιλελεύθερη κεντροαριστερά (ΠΑΣΟΚ, Κιδησο, δημαρ, ποτάμι) χάνουν επίσης 180 χιλ., οι Ανελ 93 χιλ, ενώ ακόμα και ο Λεβέντης που κερδίζει 70 χιλ μάλλον αυτό οφείλεται στο ότι γίνεται πόλος των απανταχού γραφικών ψηφοδελτίων που άλλοτε μοιράζονταν σε ανάλογης σοβαρότητας λίστες σαν αυτές του Γκλέτσου που τώρα δεν συμμετείχαν στις εκλογές.
Αλλά δεν χρειάζεται να χάνουμε το χρόνο μας με φαιδρές και εφήμερες ιστορίες. Ήδη ένας άλλος αστέρας ονόματι Θεοδωράκης καταποντίστηκε και το κομματίδιό του θα πρέπει από τώρα να ετοιμάζεται για την νεκρώσιμη ακολουθία. Όπως και να χει οι απώλειες του Σύριζα ισοσκελίστηκαν από τις απώλειες των βασικών του αντιπάλων και ως εκ τούτου δεν επηρέασαν την τελική εικόνα.
Για να κλείσουμε με τα στατιστικά δεδομένα των εκλογών, η αριστερά που συνεχίζει να είναι αντιμνημονιακή περιορίζεται σε ποσοστά κάτω από 10%. Αυτό άσχετα από τη στάση στο δημοψήφισμα είναι μια ξεκάθαρη ήττα είτε για την αριστερά (ΛΑΕ, Ανταρσυα) που κατέβηκε στις εκλογές με το σύνθημα “ΟΧΙ μέχρι το τέλος” θεωρώντας ότι μπορεί να εκπροσωπήσει το “προδομένο” 62% του δημοψηφίσματος, είτε για το ΚΚΕ που για ακόμα μια φορά δεν κατάφερε να εισπράξει απολύτως τίποτα από την “αποκάλυψη” του ΣΥΡΙΖΑ που κορόιδευε το λαό για να του φορτώσει ακόμα ένα μνημόνιο. Το ΚΚΕ ενώ νιώθει δικαιωμένο -“εμείς τα λέγαμε”-, αντί να σαρώσει από το ξεβράκωμα των “ευρωλάγνων που τα έκαναν ανοιχτά πλακάκια με τη λυκοσυμμαχία”, απλά διατηρεί τα ποσοστά του, αν και σε απόλυτους αριθμούς χάνει 37000 ψήφους. Εντάξει η ΛΑΕ ως Συριζα Νο2 ήταν νομοτέλεια να χρεωθεί τα πεπραγμένα τη 7μηνης διακυβέρνησης που έστρωσαν το δρόμο στο 3ο μνημόνιο, αλλά το ΚΚΕ; Γιατί, αυτό το αμόλυντο κόμμα, δεν εισέπραξε τίποτα από τη λαϊκή αγανάκτηση, από τον αγνό λαό που θα πληρώσει ξανά το μάρμαρο αφού πρώτα είχε πάρει και τις σχετικές προειδοποιήσεις από το κόμμα της εργατικής τάξης; Τις απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα δεν μπορεί να αποφύγει ούτε και η Ανταρσύα που περίμενε πως και πως να κεφαλαιοποιήσει κάτι από την τεράστια δεξαμενή του 62% του “περήφανου” ΟΧΙ, ύστερα από την “προδοσία” του Συριζα. Άνθρακες όμως ο θησαυρός. Η Ανταρσύα περιορίστηκε στις παραδοσιακούς ψηφοφόρους της (45000) και μάλιστα 30000 πιο κάτω από το ιστορικά υψηλό των 75500 το Μάη 2012. Γιατί άραγε; Γιατί ο μαχόμενος και περήφανος λαός γύρισε την πλάτη στην αντικαπιταλιστική αριστερά που βρέθηκε στην πρώτη γραμμή του ΟΧΙ;
Αλλά ας αφήσουμε τα ερωτήματα για την αριστερά στο τέλος. Και ας ξεκινήσουμε από το πως διαμορφώνεται η κατάσταση με αυτό το εκλογικό αποτέλεσμα.
Για να κλείσουμε με τα στατιστικά δεδομένα των εκλογών, η αριστερά που συνεχίζει να είναι αντιμνημονιακή περιορίζεται σε ποσοστά κάτω από 10%. Αυτό άσχετα από τη στάση στο δημοψήφισμα είναι μια ξεκάθαρη ήττα είτε για την αριστερά (ΛΑΕ, Ανταρσυα) που κατέβηκε στις εκλογές με το σύνθημα “ΟΧΙ μέχρι το τέλος” θεωρώντας ότι μπορεί να εκπροσωπήσει το “προδομένο” 62% του δημοψηφίσματος, είτε για το ΚΚΕ που για ακόμα μια φορά δεν κατάφερε να εισπράξει απολύτως τίποτα από την “αποκάλυψη” του ΣΥΡΙΖΑ που κορόιδευε το λαό για να του φορτώσει ακόμα ένα μνημόνιο. Το ΚΚΕ ενώ νιώθει δικαιωμένο -“εμείς τα λέγαμε”-, αντί να σαρώσει από το ξεβράκωμα των “ευρωλάγνων που τα έκαναν ανοιχτά πλακάκια με τη λυκοσυμμαχία”, απλά διατηρεί τα ποσοστά του, αν και σε απόλυτους αριθμούς χάνει 37000 ψήφους. Εντάξει η ΛΑΕ ως Συριζα Νο2 ήταν νομοτέλεια να χρεωθεί τα πεπραγμένα τη 7μηνης διακυβέρνησης που έστρωσαν το δρόμο στο 3ο μνημόνιο, αλλά το ΚΚΕ; Γιατί, αυτό το αμόλυντο κόμμα, δεν εισέπραξε τίποτα από τη λαϊκή αγανάκτηση, από τον αγνό λαό που θα πληρώσει ξανά το μάρμαρο αφού πρώτα είχε πάρει και τις σχετικές προειδοποιήσεις από το κόμμα της εργατικής τάξης; Τις απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα δεν μπορεί να αποφύγει ούτε και η Ανταρσύα που περίμενε πως και πως να κεφαλαιοποιήσει κάτι από την τεράστια δεξαμενή του 62% του “περήφανου” ΟΧΙ, ύστερα από την “προδοσία” του Συριζα. Άνθρακες όμως ο θησαυρός. Η Ανταρσύα περιορίστηκε στις παραδοσιακούς ψηφοφόρους της (45000) και μάλιστα 30000 πιο κάτω από το ιστορικά υψηλό των 75500 το Μάη 2012. Γιατί άραγε; Γιατί ο μαχόμενος και περήφανος λαός γύρισε την πλάτη στην αντικαπιταλιστική αριστερά που βρέθηκε στην πρώτη γραμμή του ΟΧΙ;
Αλλά ας αφήσουμε τα ερωτήματα για την αριστερά στο τέλος. Και ας ξεκινήσουμε από το πως διαμορφώνεται η κατάσταση με αυτό το εκλογικό αποτέλεσμα.
Τέλος στην πολιτική αστάθεια
Η νέα κυβέρνηση Τσίπρα δεν προκαλεί πια κανένα πανικό στο διεθνές και ντόπιο αστικό κατεστημένο. Οι προεκλογικές δεσμεύσεις του Σύριζα είναι εντελώς διαφορετικές από αυτές της 25ης Γενάρη. Άλλωστε πριν πέσει υπέγραψε το 3ο μνημόνιο και στην προεκλογική του καμπάνια δεν μιλησε καν για την επαναδιαπραγμάτευσή του. Τώρα δεν υπάρχει καμία υπόσχεση για το σκίσιμο των μνημονίων, για την αποκατάσταση του βασικού, για κάποια 13η σύνταξη, για την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων, για την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ κοκ. Ο ξεδοντιασμένος Σύριζα είναι πλέον μέρος της ανασύνθεσης του αστικού πολιτικού σκηνικού και ένας φερέγγυος συνομιλητής των δανειστών που δηλώνουν έτοιμοι για περαιτέρω συνεργασία. Μια ακόμα γέφυρα μέχρι να ξεπεραστεί πλήρως η κρίση πολιτικής εκπροσώπησης που προκάλεσε η απότομη κατάρρευση του κοινωνικού συμβολαίου. Πολύ περισσότερο ο Σύριζα πλέον είναι το παράδειγμα ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση, ενώ πριν από 9 μήνες ήταν το παράδειγμα σε όλη την Ευρώπη ότι μπορεί να υπάρχει άλλος δρόμος. Ο Σύριζα ενώ ξεκίνησε ως φορέας ελπίδας για τους υποτελείς όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης τώρα περιφέρει την ήττα του ανά την υφήλιο. Πριν λίγους μόνο μήνες απειλούσε τις αγορές με εγκεφαλικό και τώρα περιορίζεται στην καταπολέμηση της διαφθοράς και σε κάποια υπόσχεση για ένα παράλληλο πρόγραμμα μόνο εφόσον… τηρηθούν οι στόχοι των μνημονιακών δεσμεύσεων. Αν δεν είναι κανείς απατεώνας είναι απλά ηλίθιος. Εντάξει ας δεχτούμε ότι ο καημένος ο Τσίπρας πάλεψε με τα λιοντάρια και έχασε. Είναι ανάγκη τώρα να μας δουλεύει και μες στα μούτρα μας; Για ποιο παράλληλο πρόγραμμα μπορεί να μιλάει κανείς, όταν το μνημόνιο απαιτεί δραματικές μειώσεις συντάξεων, νέο μισθολόγιο στο δημόσιο, κατάργηση επιδομάτων, αυξήσεις σε εισφορές, αυξήσεις 7 και επιπλέον χρόνια στα όρια για συνταξιοδότηση. Να σε κάψω Γιάννη, να σ‘αλείψω λάδι. Για ποια καταπολέμηση της διαφθοράς μιλάνε όταν ιδιωτικοποιείται ότι έχει απομένει στο δημόσιο παραδίδοντάς το στη λεηλασία του κεφαλαίου. Για ποια διαφάνεια μιλάνε όταν ετοιμάζονται να χαρίσουν ακόμα 30 δις για την ανακεφαλαιοποίηση των χρεοκοπημένων τραπεζών για να συνεχίσουν να τις λυμαίνονται οι γνωστοί κρατικοδίαιτοι καπιταλιστές που λυμαίνονται τη χώρα από την εποχή του εμφυλίου πολέμου;
Στο λόγο του Σύριζα υπάρχει μια σημαντική διαφορά σε σχέση με τις προσδοκίες που καλλιεργούσε πριν ένα χρόνο, ακόμα και πριν λίγους μήνες. Πλέον έχει ένα λόγο καθαρά συστημικό, κι αυτό έχει τη σημασία του. Η ψήφος που πήρε ο Σύριζα αυτή τη φορά είναι πάνω σε αυτή τη βάση και ως εκ τούτου δεν δημιουργεί καμία προσδοκία. Αυτό από μόνο του αποκαθιστά την πολιτική τάξη. Δεν υπάρχει πλέον καμία αντίφαση στη διαχείριση του αστικού συστήματος. Οι λαϊκές τάξεις που ψήφισαν Συριζα (μετά την τσιπρική ερμηνεία του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα, την υπογραφή του μνημονίου και την εκκαθάριση της κοινοβουλευτικής του ομάδας από τους αριστερούς διαφωνούντες που πλέον λοιδορούνται ως οι τρελοί της δραχμής μέχρι και ως πράκτορες της Μόσχας από του πρώην συντρόφους τους), ανεξάρτητα από τους λόγους που το έκαναν, με την ψήφο τους δίνουν την πολυπόθητη λαϊκή νομιμοποίηση που ήθελε ο Τσίπρας, αλλά κυρίως η αστική τάξη προκειμένου να συνεχιστεί απρόσκοπτα η αστική αντιεξέγερση ύστερα από την αριστερή παρένθεση των 7 μηνών που πράγματι καθυστέρησε την εφαρμογή την επικαιροποίηση και την κλιμάκωση των μνημονιακών μέτρων (=καπιταλιστική αντεπανάσταση). Ως εκ τούτου το εκλογικό αποτέλεσμα δεν είναι απλώς μια προσωπική νίκη του Τσίπρα, αλλά μια νίκη της αστικής αντίδρασης που αποκτά πλέον έναν νέο βασικό πυλώνα διαμεσολάβησης και κοινοβουλευτικής νομιμοποίησης.
Η νέα κυβέρνηση Τσίπρα δεν προκαλεί πια κανένα πανικό στο διεθνές και ντόπιο αστικό κατεστημένο. Οι προεκλογικές δεσμεύσεις του Σύριζα είναι εντελώς διαφορετικές από αυτές της 25ης Γενάρη. Άλλωστε πριν πέσει υπέγραψε το 3ο μνημόνιο και στην προεκλογική του καμπάνια δεν μιλησε καν για την επαναδιαπραγμάτευσή του. Τώρα δεν υπάρχει καμία υπόσχεση για το σκίσιμο των μνημονίων, για την αποκατάσταση του βασικού, για κάποια 13η σύνταξη, για την επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων, για την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ κοκ. Ο ξεδοντιασμένος Σύριζα είναι πλέον μέρος της ανασύνθεσης του αστικού πολιτικού σκηνικού και ένας φερέγγυος συνομιλητής των δανειστών που δηλώνουν έτοιμοι για περαιτέρω συνεργασία. Μια ακόμα γέφυρα μέχρι να ξεπεραστεί πλήρως η κρίση πολιτικής εκπροσώπησης που προκάλεσε η απότομη κατάρρευση του κοινωνικού συμβολαίου. Πολύ περισσότερο ο Σύριζα πλέον είναι το παράδειγμα ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση, ενώ πριν από 9 μήνες ήταν το παράδειγμα σε όλη την Ευρώπη ότι μπορεί να υπάρχει άλλος δρόμος. Ο Σύριζα ενώ ξεκίνησε ως φορέας ελπίδας για τους υποτελείς όχι μόνο της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης τώρα περιφέρει την ήττα του ανά την υφήλιο. Πριν λίγους μόνο μήνες απειλούσε τις αγορές με εγκεφαλικό και τώρα περιορίζεται στην καταπολέμηση της διαφθοράς και σε κάποια υπόσχεση για ένα παράλληλο πρόγραμμα μόνο εφόσον… τηρηθούν οι στόχοι των μνημονιακών δεσμεύσεων. Αν δεν είναι κανείς απατεώνας είναι απλά ηλίθιος. Εντάξει ας δεχτούμε ότι ο καημένος ο Τσίπρας πάλεψε με τα λιοντάρια και έχασε. Είναι ανάγκη τώρα να μας δουλεύει και μες στα μούτρα μας; Για ποιο παράλληλο πρόγραμμα μπορεί να μιλάει κανείς, όταν το μνημόνιο απαιτεί δραματικές μειώσεις συντάξεων, νέο μισθολόγιο στο δημόσιο, κατάργηση επιδομάτων, αυξήσεις σε εισφορές, αυξήσεις 7 και επιπλέον χρόνια στα όρια για συνταξιοδότηση. Να σε κάψω Γιάννη, να σ‘αλείψω λάδι. Για ποια καταπολέμηση της διαφθοράς μιλάνε όταν ιδιωτικοποιείται ότι έχει απομένει στο δημόσιο παραδίδοντάς το στη λεηλασία του κεφαλαίου. Για ποια διαφάνεια μιλάνε όταν ετοιμάζονται να χαρίσουν ακόμα 30 δις για την ανακεφαλαιοποίηση των χρεοκοπημένων τραπεζών για να συνεχίσουν να τις λυμαίνονται οι γνωστοί κρατικοδίαιτοι καπιταλιστές που λυμαίνονται τη χώρα από την εποχή του εμφυλίου πολέμου;
Στο λόγο του Σύριζα υπάρχει μια σημαντική διαφορά σε σχέση με τις προσδοκίες που καλλιεργούσε πριν ένα χρόνο, ακόμα και πριν λίγους μήνες. Πλέον έχει ένα λόγο καθαρά συστημικό, κι αυτό έχει τη σημασία του. Η ψήφος που πήρε ο Σύριζα αυτή τη φορά είναι πάνω σε αυτή τη βάση και ως εκ τούτου δεν δημιουργεί καμία προσδοκία. Αυτό από μόνο του αποκαθιστά την πολιτική τάξη. Δεν υπάρχει πλέον καμία αντίφαση στη διαχείριση του αστικού συστήματος. Οι λαϊκές τάξεις που ψήφισαν Συριζα (μετά την τσιπρική ερμηνεία του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα, την υπογραφή του μνημονίου και την εκκαθάριση της κοινοβουλευτικής του ομάδας από τους αριστερούς διαφωνούντες που πλέον λοιδορούνται ως οι τρελοί της δραχμής μέχρι και ως πράκτορες της Μόσχας από του πρώην συντρόφους τους), ανεξάρτητα από τους λόγους που το έκαναν, με την ψήφο τους δίνουν την πολυπόθητη λαϊκή νομιμοποίηση που ήθελε ο Τσίπρας, αλλά κυρίως η αστική τάξη προκειμένου να συνεχιστεί απρόσκοπτα η αστική αντιεξέγερση ύστερα από την αριστερή παρένθεση των 7 μηνών που πράγματι καθυστέρησε την εφαρμογή την επικαιροποίηση και την κλιμάκωση των μνημονιακών μέτρων (=καπιταλιστική αντεπανάσταση). Ως εκ τούτου το εκλογικό αποτέλεσμα δεν είναι απλώς μια προσωπική νίκη του Τσίπρα, αλλά μια νίκη της αστικής αντίδρασης που αποκτά πλέον έναν νέο βασικό πυλώνα διαμεσολάβησης και κοινοβουλευτικής νομιμοποίησης.
Λαός σε απόγνωση
Είναι αλήθεια ότι ένα τεράστιο ποσοστό από αυτούς που το έριξαν στο Σύριζα στις 20 Σεπτέμβρη δεν έγιναν ξαφνικά οπαδοί του μνημονίου, ούτε έπαψαν να θεωρούν τους εαυτούς τους αριστερούς. Είναι αλήθεια επίσης ότι μπορεί και να σιχτιρίζουν τον Τσίπρα που υπέγραψε το μνημόνιο που έκανε πίσω από την λαϊκή εντολή του δημοψηφίσματος, που συμβιβάστηκε με τις μνημονιακές δυνάμεις. Ακόμα και έτσι όμως τον ψήφισαν θεωρώντας ότι η άλλη λύση θα ήταν ακόμα χειρότερη. Ότι μια επιστροφή της ΝΔ με τα στηρίγματα του Πασόκ και του Ποταμιού θα ήταν μια κόλαση, ενώ με τον Σύριζα τουλάχιστον δεν θα μας πάρουν και τα βρακιά. Θα σωθούν οι επαναπροσληφθέντες, δεν θα ξανακλείσει η ΕΡΤ και τέλος πάντων θα πετάει που και που και κάνα ψίχουλο όπως τα 70 ευρώ για το Σούπερ Μαρκετ σε 300χιλ για την ανθρωπιστική κρίση. Τουλάχιστον θα έχουμε έναν πρωθυπουργό που διαφωνεί με το μνημόνιο ενώ οι προηγούμενοι το χαίρονται κιόλας. Σίγουρα ο κόσμος που τον ψήφισε δεν είναι το ίδιο με τους κρετίνους που ψηφίζουν ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι και πολύ περισσότερο τα φασιστόμουτρα της ΧΑ. Όμως για την αστική σταθερότητα οι βαθύτεροι λόγοι δεν έχουν καμία σημασία. Σημασία έχει ότι ο Σύριζα σύμφωνα με τον Παπαδημούλη εκλέχθηκε για να εφαρμόσει την συμφωνία. Και αφού ψηφίστηκε μπορεί ο κάθε Τσίπρας να ισχυρίζεται ότι και το ΟΧΙ του δημοψηφίσματος δεν σήμαινε τίποτα περισσότερο από την ερμηνεία που του έδωσε ο ίδιος.
Αυτό είναι μια καλή αφετηρία για να αποκατασταθούν οι σχέσεις πολιτικής εμπιστοσύνης των υποτελών προς τα αφεντικά τους. Μια διαδικασία που περνάει μέσα από διαμεσολαβήσεις και ο Σύριζα είναι πλέον ο βασικός της φορέας. Στο βαθμό που οι από κάτω δεν βλέπουν μια άλλη λύση και αποδέχονται το μοιραίο (there is no alternative) τότε η κανονικότητα έχει αποκατασταθεί.
Είναι αλήθεια ότι ένα τεράστιο ποσοστό από αυτούς που το έριξαν στο Σύριζα στις 20 Σεπτέμβρη δεν έγιναν ξαφνικά οπαδοί του μνημονίου, ούτε έπαψαν να θεωρούν τους εαυτούς τους αριστερούς. Είναι αλήθεια επίσης ότι μπορεί και να σιχτιρίζουν τον Τσίπρα που υπέγραψε το μνημόνιο που έκανε πίσω από την λαϊκή εντολή του δημοψηφίσματος, που συμβιβάστηκε με τις μνημονιακές δυνάμεις. Ακόμα και έτσι όμως τον ψήφισαν θεωρώντας ότι η άλλη λύση θα ήταν ακόμα χειρότερη. Ότι μια επιστροφή της ΝΔ με τα στηρίγματα του Πασόκ και του Ποταμιού θα ήταν μια κόλαση, ενώ με τον Σύριζα τουλάχιστον δεν θα μας πάρουν και τα βρακιά. Θα σωθούν οι επαναπροσληφθέντες, δεν θα ξανακλείσει η ΕΡΤ και τέλος πάντων θα πετάει που και που και κάνα ψίχουλο όπως τα 70 ευρώ για το Σούπερ Μαρκετ σε 300χιλ για την ανθρωπιστική κρίση. Τουλάχιστον θα έχουμε έναν πρωθυπουργό που διαφωνεί με το μνημόνιο ενώ οι προηγούμενοι το χαίρονται κιόλας. Σίγουρα ο κόσμος που τον ψήφισε δεν είναι το ίδιο με τους κρετίνους που ψηφίζουν ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι και πολύ περισσότερο τα φασιστόμουτρα της ΧΑ. Όμως για την αστική σταθερότητα οι βαθύτεροι λόγοι δεν έχουν καμία σημασία. Σημασία έχει ότι ο Σύριζα σύμφωνα με τον Παπαδημούλη εκλέχθηκε για να εφαρμόσει την συμφωνία. Και αφού ψηφίστηκε μπορεί ο κάθε Τσίπρας να ισχυρίζεται ότι και το ΟΧΙ του δημοψηφίσματος δεν σήμαινε τίποτα περισσότερο από την ερμηνεία που του έδωσε ο ίδιος.
Αυτό είναι μια καλή αφετηρία για να αποκατασταθούν οι σχέσεις πολιτικής εμπιστοσύνης των υποτελών προς τα αφεντικά τους. Μια διαδικασία που περνάει μέσα από διαμεσολαβήσεις και ο Σύριζα είναι πλέον ο βασικός της φορέας. Στο βαθμό που οι από κάτω δεν βλέπουν μια άλλη λύση και αποδέχονται το μοιραίο (there is no alternative) τότε η κανονικότητα έχει αποκατασταθεί.
Η αποχή και άλλα φαντασιακά υποκείμενα
Πολλοί -μεταξύ τους και οι αναρχικοί- πιστεύουν ότι οι εκλογές είναι το πεδίο -και η αιτία- εξημέρωσης των ταξικών ενστίκτων. Αρκεί λοιπόν μια αντιεκλογική στάση -αποχή- για να αποφύγουμε την παγίδα που μας στήνουν αφεντικά και κράτος. Πρόκειται για κοινοβουλευτικό φετιχισμό από την ανάποδη. Οι εκλογές πράγματι είναι το πεδίο νομιμοποίησης του ταξικού συσχετισμού (και των σχέσεων εκμετάλλευσης), μόνο που αυτός ο συσχετισμός (δυσμενής ή όχι) υπάρχει και χωρίς τις εκλογές. Οι εκλογές είναι εργαλείο για την νομιμοποίηση της αστικής εξουσίας, αλλά δεν μπορεί να είναι εργαλείο για την ανατροπή της. Αυτό αποδείχτηκε στο δημοψήφισμα που ένα 62% ψήφισε ενάντια στην θέληση της αστικής τάξης που είχε συσπειρωθεί στο Μένουμε Ευρώπη, αλλά αυτή η εμφανώς συντριπτική πλειοψηφία των 2/3 δεν κατάφερε να αλλάξει το παραμικρό. Απεναντίας ανατράπηκε ως “λαϊκή εντολή” χωρίς να πέσει ούτε μια τουφεκιά με μια απλή δήλωση του Τσίπρα από κοινού με τους αρχηγούς του Μένουμε Ευρώπη. Αλλά και μια τεράστια αποχή επίσης δεν προκαλεί τριγμούς παρά μόνο βαρετές συζητήσεις για το περιεχόμενό της.
Δυστυχώς στις ανεκδιήγητες ερμηνείες της αποχής συμμετέχουν πρόθημα εκτός από τους αναρχικούς και μια μεγάλη γκάμα αριστερών που συνήθως αποτυγχάνουν στον κοινοβουλευτικό στίβο να εκπροσωπήσουν τα “γνήσια συμφέροντα” των λαϊκών τάξεων, του προλεταριάτου, του περήφανου ΟΧΙ κοκ. Αμέσως μετά την πανωλεθρία της αντιμνημονιακής, αντικαπιταλιστικής κοκ αριστεράς ακούσαμε ότι η αύξηση της αποχής οφείλεται στο κόσμο που αηδιασμένος από την προδοσία του ΟΧΙ δεν προσήλθε στις κάλπες. Να υποθέσουμε λοιπόν ότι οι 600χιλ λιγότεροι ψηφοφόροι από τον Ιούλιο και οι 780χιλ από το Γενάρη αποτελούν μια ωρολογιακή επαναστατική βόμβα έτοιμη να εκραγεί στα θεμέλια της αστικής σταθερότητας; Στην ένσταση ότι η αποχή χτύπησε ολόκληρο τον πολιτικό χάρτη υπάρχει “απάντηση” από όσους ψάχνουν με το κιάλι να βρουν που εξαφανίστηκε το 62%, ή που συνήθως εξαφανίζεται το επαναστατικό υποκείμενο και στήνει πάντα στο ραντεβού με την ιστορία: Η αποχή έχει αριστερό πρόσημο απλά οι απώλειες του Σύριζα μειώθηκαν από τις εισροές που είχε από τα υπόλοιπα κόμματα του αστικού τόξου που είδαν στον μεταμνημονιακό Σύριζα ένα καλό εργαλείο για την αστική σταθερότητα. Αυτό πράγματι θέλει διερεύνηση, παρόλο που δεν προκύπτει από καμία λογική, ούτε καν από τις έρευνες για τις μετακινήσεις. Πχ ο Συριζα στις έρευνες αυτές είχε 8% απώλειες προς τη ΝΔ ενώ αντίστροφα μετακινήθηκε μόνο ένα 3%. Αλλά ακόμα και αν δεχτούμε ότι ολόκληρη η αύξηση της αποχής (780χιλ) έχει αριστερό και αντιμνημονιακό πρόσημο, ακόμα και η υπόλοιπη αποχή να εκφράζει μια απέχθεια στο πολιτικό σύστημα και πάλι δεν ίδρωσε το αυτί κανενός. Γιατί λοιπόν με τόσο τεράστια αποχή οι εκλογές παραμένουν εργαλείο “δημοκρατικής/λαϊκής” νομιμοποίησης της αστικής εξουσίας; Θα το απαντήσει κανείς αυτό ή θα συνεχίζει η αριστερά του κυρίαρχου λαού και η αναρχία του αδιαμεσολάβητου αγώνα, να υπεκφεύγει της πραγματικότητας;
Δεν έχει κανένα νόημα να κρύβεται κάνεις πίσω από την αποχή και να ψάχνει το βαθύτερο ταξικό και αδιαμεσολάβητο νόημά της. Πολύ περισσότερο να προσπαθεί να την οικειοποιηθεί και να την μετατρέψει σε σε ένα εν υπνώσει επαναστατικό υποκείμενο. Οτι δεν πιάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια λέει μια παλιά παροιμία. Η αποχή, στην πραγματικότητα είναι ο ορισμός της παθητικής στάσης. Το συντριπτικό της ποσοστό είναι αποχή από τα κοινά όχι μόνο από τις εκλογές. Και δεν μιλάμε εδώ για την αναγκαστική αποχή που κάνει κάποιος που ζει μόνιμα στην Αστόρια της Νέας Υόρκης ή στην Αδελαϊδα της Αυστραλίας. Ή για την αποχή που κάνει ο ετεροδημότης γιατί δεν έχει μια για να μετακινηθεί. Και ως γνωστόν οι μαζικές μετακινήσεις αυτού του είδους με δωρεάν εισιτήρια από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ που χρέωναν την Ολυμπιακή έχουν τελειώσει διαπαντός. Δεν μιλάμε επίσης για την αποχή των υπέργηρων, των ασθενών και πολύ περισσότερο των πεθαμένων που βρίσκονται ακόμα στους εκλογικούς καταλόγους. (Το ενεργό εκλογικό σώμα που ζει στην Ελλάδα και όχι στις ΗΠΑ, την Αυστραλία, τη Γερμανία και τα νεκροταφεία δεν είναι 9,8 εκ αλλά το πολύ 8,2 εκ -ντόπιος πληθυσμός 10εκ μείον 1,8 εκ ανήλικοι. Ως εκ τούτου η πραγματική αποχή δεν είναι 45% αλλά το πολύ 32% και αν συνυπολογίσει τα προβλήματα μετακίνησης ίσως και κάτω από 20%).
Μιλάμε λοιπόν γι’ αυτούς που μπορούν να πάνε αλλά επιλέγουν να μην πάνε στις κάλπες. Αν όλοι αυτοί ήθελαν μέσα από την αποχή να δώσουν ένα μήνυμα, δεν βλέπουν ότι το μήνυμα που δίνουν είναι ανύπαρκτο και εντελώς διαχειρίσιμο; Δεν βλέπουν ότι η αποχή χωράει πολλές ερμηνείες και δεν προκαλεί τον ελάχιστο τριγμό στα θεμέλια του συστήματος; Και πάνω απ’ όλα αν κανείς με την αποχή θέλει να δώσει ένα συνειδητό και ξεκάθαρο μήνυμα γιατί επιλέγει να το δώσει μαζί με όλη αυτή τη σούπα μπασταρδεύοντας την τόσο βαρυσήμαντη γνώμη του; Και για τους επαναστάτες που καλούν σε αποχή γιατί τόσο έμφαση σε κάτι που εξ ορισμού δεν μπορεί να προκαλέσει την πτώση της συγκεκαλυμμένης αστικής δικτατορίας;
Η αποχή στο βαθμό που δεν υπάρχουν άλλα κοινωνικά γεγονότα δεν έχει κανένα ειδικό βάρος. Αξίζει όσο και μια ψήφος. Είναι μια δήλωση γνώμης χωρίς όμως περιεχόμενο. Δεν υπάρχει κάτι που να ενώνει όσους απέχουν γι’ αυτό και η τόσο μεγάλη αποχή δεν δημιουργεί κανένα πολιτικό γεγονός. Όλοι μπορούν να την ερμηνεύουν όπως τους κάνει κέφι. Προφανώς δεν απαιτεί κόπο για να αντλήσει κανείς επαναστατική αισιοδοξία από ένα ακόμα σκορποχώρι. Η αριστερά άλλωστε μας έχει συνηθίσει στο κυνήγι μυθικών επαναστατικών υποκειμένων. Η αποχή είναι ακόμα ένα. Μπορεί κανείς να παραμυθιάζει τον εαυτό του,αυτό όμως ουδόλως απασχολεί την άρχουσα τάξη με τον ίδιο τρόπο που δεν την απασχολούν τα ποσοστά της αποχής ούτε και κάνει κάτι για να τα μειώσει, ας πούμε να καθαρίσει τους εκλογικούς καταλόγους από τους πεθαμένους.
Πολλοί -μεταξύ τους και οι αναρχικοί- πιστεύουν ότι οι εκλογές είναι το πεδίο -και η αιτία- εξημέρωσης των ταξικών ενστίκτων. Αρκεί λοιπόν μια αντιεκλογική στάση -αποχή- για να αποφύγουμε την παγίδα που μας στήνουν αφεντικά και κράτος. Πρόκειται για κοινοβουλευτικό φετιχισμό από την ανάποδη. Οι εκλογές πράγματι είναι το πεδίο νομιμοποίησης του ταξικού συσχετισμού (και των σχέσεων εκμετάλλευσης), μόνο που αυτός ο συσχετισμός (δυσμενής ή όχι) υπάρχει και χωρίς τις εκλογές. Οι εκλογές είναι εργαλείο για την νομιμοποίηση της αστικής εξουσίας, αλλά δεν μπορεί να είναι εργαλείο για την ανατροπή της. Αυτό αποδείχτηκε στο δημοψήφισμα που ένα 62% ψήφισε ενάντια στην θέληση της αστικής τάξης που είχε συσπειρωθεί στο Μένουμε Ευρώπη, αλλά αυτή η εμφανώς συντριπτική πλειοψηφία των 2/3 δεν κατάφερε να αλλάξει το παραμικρό. Απεναντίας ανατράπηκε ως “λαϊκή εντολή” χωρίς να πέσει ούτε μια τουφεκιά με μια απλή δήλωση του Τσίπρα από κοινού με τους αρχηγούς του Μένουμε Ευρώπη. Αλλά και μια τεράστια αποχή επίσης δεν προκαλεί τριγμούς παρά μόνο βαρετές συζητήσεις για το περιεχόμενό της.
Δυστυχώς στις ανεκδιήγητες ερμηνείες της αποχής συμμετέχουν πρόθημα εκτός από τους αναρχικούς και μια μεγάλη γκάμα αριστερών που συνήθως αποτυγχάνουν στον κοινοβουλευτικό στίβο να εκπροσωπήσουν τα “γνήσια συμφέροντα” των λαϊκών τάξεων, του προλεταριάτου, του περήφανου ΟΧΙ κοκ. Αμέσως μετά την πανωλεθρία της αντιμνημονιακής, αντικαπιταλιστικής κοκ αριστεράς ακούσαμε ότι η αύξηση της αποχής οφείλεται στο κόσμο που αηδιασμένος από την προδοσία του ΟΧΙ δεν προσήλθε στις κάλπες. Να υποθέσουμε λοιπόν ότι οι 600χιλ λιγότεροι ψηφοφόροι από τον Ιούλιο και οι 780χιλ από το Γενάρη αποτελούν μια ωρολογιακή επαναστατική βόμβα έτοιμη να εκραγεί στα θεμέλια της αστικής σταθερότητας; Στην ένσταση ότι η αποχή χτύπησε ολόκληρο τον πολιτικό χάρτη υπάρχει “απάντηση” από όσους ψάχνουν με το κιάλι να βρουν που εξαφανίστηκε το 62%, ή που συνήθως εξαφανίζεται το επαναστατικό υποκείμενο και στήνει πάντα στο ραντεβού με την ιστορία: Η αποχή έχει αριστερό πρόσημο απλά οι απώλειες του Σύριζα μειώθηκαν από τις εισροές που είχε από τα υπόλοιπα κόμματα του αστικού τόξου που είδαν στον μεταμνημονιακό Σύριζα ένα καλό εργαλείο για την αστική σταθερότητα. Αυτό πράγματι θέλει διερεύνηση, παρόλο που δεν προκύπτει από καμία λογική, ούτε καν από τις έρευνες για τις μετακινήσεις. Πχ ο Συριζα στις έρευνες αυτές είχε 8% απώλειες προς τη ΝΔ ενώ αντίστροφα μετακινήθηκε μόνο ένα 3%. Αλλά ακόμα και αν δεχτούμε ότι ολόκληρη η αύξηση της αποχής (780χιλ) έχει αριστερό και αντιμνημονιακό πρόσημο, ακόμα και η υπόλοιπη αποχή να εκφράζει μια απέχθεια στο πολιτικό σύστημα και πάλι δεν ίδρωσε το αυτί κανενός. Γιατί λοιπόν με τόσο τεράστια αποχή οι εκλογές παραμένουν εργαλείο “δημοκρατικής/λαϊκής” νομιμοποίησης της αστικής εξουσίας; Θα το απαντήσει κανείς αυτό ή θα συνεχίζει η αριστερά του κυρίαρχου λαού και η αναρχία του αδιαμεσολάβητου αγώνα, να υπεκφεύγει της πραγματικότητας;
Δεν έχει κανένα νόημα να κρύβεται κάνεις πίσω από την αποχή και να ψάχνει το βαθύτερο ταξικό και αδιαμεσολάβητο νόημά της. Πολύ περισσότερο να προσπαθεί να την οικειοποιηθεί και να την μετατρέψει σε σε ένα εν υπνώσει επαναστατικό υποκείμενο. Οτι δεν πιάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια λέει μια παλιά παροιμία. Η αποχή, στην πραγματικότητα είναι ο ορισμός της παθητικής στάσης. Το συντριπτικό της ποσοστό είναι αποχή από τα κοινά όχι μόνο από τις εκλογές. Και δεν μιλάμε εδώ για την αναγκαστική αποχή που κάνει κάποιος που ζει μόνιμα στην Αστόρια της Νέας Υόρκης ή στην Αδελαϊδα της Αυστραλίας. Ή για την αποχή που κάνει ο ετεροδημότης γιατί δεν έχει μια για να μετακινηθεί. Και ως γνωστόν οι μαζικές μετακινήσεις αυτού του είδους με δωρεάν εισιτήρια από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ που χρέωναν την Ολυμπιακή έχουν τελειώσει διαπαντός. Δεν μιλάμε επίσης για την αποχή των υπέργηρων, των ασθενών και πολύ περισσότερο των πεθαμένων που βρίσκονται ακόμα στους εκλογικούς καταλόγους. (Το ενεργό εκλογικό σώμα που ζει στην Ελλάδα και όχι στις ΗΠΑ, την Αυστραλία, τη Γερμανία και τα νεκροταφεία δεν είναι 9,8 εκ αλλά το πολύ 8,2 εκ -ντόπιος πληθυσμός 10εκ μείον 1,8 εκ ανήλικοι. Ως εκ τούτου η πραγματική αποχή δεν είναι 45% αλλά το πολύ 32% και αν συνυπολογίσει τα προβλήματα μετακίνησης ίσως και κάτω από 20%).
Μιλάμε λοιπόν γι’ αυτούς που μπορούν να πάνε αλλά επιλέγουν να μην πάνε στις κάλπες. Αν όλοι αυτοί ήθελαν μέσα από την αποχή να δώσουν ένα μήνυμα, δεν βλέπουν ότι το μήνυμα που δίνουν είναι ανύπαρκτο και εντελώς διαχειρίσιμο; Δεν βλέπουν ότι η αποχή χωράει πολλές ερμηνείες και δεν προκαλεί τον ελάχιστο τριγμό στα θεμέλια του συστήματος; Και πάνω απ’ όλα αν κανείς με την αποχή θέλει να δώσει ένα συνειδητό και ξεκάθαρο μήνυμα γιατί επιλέγει να το δώσει μαζί με όλη αυτή τη σούπα μπασταρδεύοντας την τόσο βαρυσήμαντη γνώμη του; Και για τους επαναστάτες που καλούν σε αποχή γιατί τόσο έμφαση σε κάτι που εξ ορισμού δεν μπορεί να προκαλέσει την πτώση της συγκεκαλυμμένης αστικής δικτατορίας;
Η αποχή στο βαθμό που δεν υπάρχουν άλλα κοινωνικά γεγονότα δεν έχει κανένα ειδικό βάρος. Αξίζει όσο και μια ψήφος. Είναι μια δήλωση γνώμης χωρίς όμως περιεχόμενο. Δεν υπάρχει κάτι που να ενώνει όσους απέχουν γι’ αυτό και η τόσο μεγάλη αποχή δεν δημιουργεί κανένα πολιτικό γεγονός. Όλοι μπορούν να την ερμηνεύουν όπως τους κάνει κέφι. Προφανώς δεν απαιτεί κόπο για να αντλήσει κανείς επαναστατική αισιοδοξία από ένα ακόμα σκορποχώρι. Η αριστερά άλλωστε μας έχει συνηθίσει στο κυνήγι μυθικών επαναστατικών υποκειμένων. Η αποχή είναι ακόμα ένα. Μπορεί κανείς να παραμυθιάζει τον εαυτό του,αυτό όμως ουδόλως απασχολεί την άρχουσα τάξη με τον ίδιο τρόπο που δεν την απασχολούν τα ποσοστά της αποχής ούτε και κάνει κάτι για να τα μειώσει, ας πούμε να καθαρίσει τους εκλογικούς καταλόγους από τους πεθαμένους.
Που πήγε το 62%;
Η αριστερά που επιμένει στο αντιμνημόνιο υπέστη τη μεγαλύτερη ήττα, ενώ περίμενε ότι θα επιβραβευθεί από τη συνέπεια της στο ΟΧΙ μέχρι τέλος. Πίστευε ότι το 62% του δημοψηφίσματος συνεχίζει να υπάρχει και με ένα φυσικό τρόπο θα εγκαταλείψει τον “μεταλλαγμένο εναπομείναν” Συριζα υποστηρίζοντας τη συνεπή αριστερά. Όμως το εκλογικό αποτέλεσμα δεν έδειξε τίποτα τέτοιο. Γιατί συνέβη αυτό; Που πήγε το ΟΧΙ;
Η ερμηνεία ότι ένα μεγάλο μέρος στράφηκε στην αποχή μπορεί να καταπραΰνει τα συναισθήματα απογοήτευσης αλλά δεν αρκεί για να δώσει μια σοβαρή απάντηση. Και πολύ περισσότερο δεν φτάνει για να εξηγήσει γιατί ένα μεγάλο μέρος του ΟΧΙ ίσως το μεγαλύτερο ψήφισε ξανά Σύριζα, ένα μικρότερο μάλλον απείχε και από κει και πέρα οι δυνάμεις που περίμεναν να εκφράσουν αυτόν τον κόσμο περιορίστηκαν η μεν ΛΑΕ στο 2,8% και η Ανταρσύα στο 0,8%. Σύνολο 3,6%. Είναι προφανές ότι κάτι δεν πάει καλά εδώ.
Στην πραγματικότητα ο κόσμος που ψήφισε ΟΧΙ εξαφανίστηκε ως υποκείμενο από την επόμενη βδομάδα του δημοψηφίσματος, όταν το ΟΧΙ στα χέρια του Τσίπρα μετατράπηκε σε ΝΑΙ. Και στη συνέχεια ο ίδιος ο Τσίπρας υπέγραφε τα προαπαιτούμενα και στο τέλος το 3ο μνημόνιο με την πλάτη στον τοίχο. Εκεί αποκαλύφθηκε όχι μόνο η αντίφαση του Σύριζα αλλά και το αδιέξοδο της ρεφορμιστικής στρατηγικής. Χωρίς εναλλακτική λύση στον Τσίπρα το κοινωνικό ΟΧΙ αποδέχτηκε την ήττα του. Και πριν από αυτό ο ίδιος ο Σύριζα πέρα από εσωτερικές γρίνιες δεν είχε καμία εναλλακτική έναντι του προέδρου του.
Η ΛΑΕ και η Ανταρσύα θεώρησαν λαθεμένα ότι η μάχη του ΟΧΙ συνεχίζεται. Ότι δεν υπήρξε καμία ήττα, ότι ο κόσμος συνεχίζει να είναι στις επάλξεις και ότι απλά ο Τσίπρας πρόδωσε τον αγώνα. Στη βάση αυτή, οι δυνάμεις αυτές πίστευαν ότι μπορούν να κερδίσουν επιρροή με τα συνθήματα και τα διλήμματα προ του δημοψηφίσματος. Όμως η μάχη αυτή είχε χαθεί. Και όταν η μάχη χάνεται και κάποιος νομίζει ότι συνεχίζεται μοιάζει περισσότερο με μουρλό παρά με συνεπή αγωνιστή. Όταν δέχεσαι ήττα, αναδιοργανώνεις τις δυνάμεις σου, αμύνεσαι, ψάχνεις να δεις τι έφταιξε, τι λάθη έκανες. Σίγουρα δεν ορμάς για να φας και άλλο ξύλο. Πολύ περισσότερο προσπαθείς να απευθυνθείς στους πιο πρωτοπόρους αγωνιστές και να ξεκινήσεις από κει την αναδιοργάνωση, αντιλαμβανόμενος ότι ο περισσότερος κόσμος απογοητευμένος έχει αποδεχτεί την ήττα, πιστεύοντας ότι προς το παρόν δεν γίνεται τίποτα. Η ΛΑΕ και η Ανταρσύα έκαναν μια προεκλογική καμπάνια σαν να μην έχει συμβεί τίποτα, και ως εκ τούτου έδειχναν και σαν να μην αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα μετά την ήττα. Απευθύνονταν σε ένα κοινό που δεν ήταν πια στις επάλξεις. Σε ένα κοινό που στην πλειοψηφία του ετοιμαζόταν να ψηφίζει ξανά τον Σύριζα γιατί πιστεύει πλέον ότι όντως μέχρι εκεί μπόρεσε ο Τσίπρας, ενώ ένα άλλο κομμάτι αυτού του κοινού από την απογοήτευση δεν ήθελε να ακούσει τίποτα και μάλλον απείχε και από τις εκλογές, αντί να ανταποκριθεί στα καλέσματα των στελεχών που επέμεναν στις περσινές διακηρύξεις του Συριζα.
Την ίδια στιγμή δεν έδιναν καμία απάντηση στους πιο προβληματισμένους αγωνιστές που ένιωθαν την ήττα αλλά ήθελαν σοβαρές απαντήσεις για τα λάθη που έγιναν, για το τι πήγε στραβά, για το τι κάνουμε από δω και πέρα. Στους αγωνιστές που πίστεψαν από την αρχή στη σύγκρουση ή έστω το κατάλαβαν στην πορεία. Όμως η σύγκρουση δεν γίνεται γιατί κάποιος την διακηρύττει. Εκτός αν μιλάμε για την αναγκαιότητα αλλά όχι την πιθανότητα μιας σύγκρουσης μέχρις εσχάτων. Ή μήπως θα ήταν πανηγυράκι; Οι πάντες καταλάβαιναν ότι η σύγκρουση θα είχε κόστος. Ότι οι δυνάμεις της εσωτερικής και διεθνούς αστικής αντεπανάστασης δεν θα κάθονταν με σταυρωμένα τα χέρια. Η πραγματική μάχη θα άρχιζε μετά το δημοψήφισμα και γι’ αυτή τη μάχη δεν ήταν προετοιμασμένος κανείς. Ο Σύριζα γιατί την απαρνιόταν από θέση αρχής, τα στελέχη που έφτιαξαν αργότερα τη ΛΑΕ γιατί πέρα από λόγια συνέπειας στις διακηρύξεις του Σύριζα δεν είχαν ιδέα πως θα αντιμετωπίσουν την αστική αντεπανάσταση, νομίζοντας ότι όλο το θέμα θα εξαντλούνταν στις συνέπειες που θα είχε ένα νέο νόμισμα.
Όμως το πραγματικό πρόβλημα δεν ήταν το νόμισμα και οι δυσκολίες προσαρμογής τους πρώτους 5-6 μήνες, αλλά η σφοδρή αντίδραση της αστικής τάξης και του βαθέως κράτους, στη διατάραξη των δεσμών αίματος του ελληνικού με τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό. Όποιος περιορίζει την αντιπαράθεση στο νόμισμα απλά συνεχίζει να σπέρνει τις αυταπάτες που έσπερνε ο Σύριζα. Το δίλημμα μετά το δημοψήφισμα ήταν ποιος κάνει κουμάντο στη χώρα. Όποιος αμφισβητεί τα αφεντικά της χώρας θα πρέπει να είναι έτοιμος και για εμφύλιο πόλεμο, αλλιώς ας βγάλει το σκασμό. Και η ρεφορμιστική αριστερά του κυρίαρχου λαού το βούλωσε γιατί την κρίσιμη στιγμή είναι το μόνο που ξέρει να κάνει. Και δεν μιλάμε για τον Σύριζα αλλά για ολόκληρη σχεδόν την αναγνωρίσιμη αριστερά. Το ΚΚΕ γιατί απείχε εξαρχής από αυτή τη μάχη ενώ τα στελέχη της ΛΑΕ γιατί χρεώνονται την ίδια στρατηγική με το Σύριζα που οδήγησε στην ήττα, έστω κι αν στο τέλος αρνήθηκαν να βάλουν την υπογραφή στη συνθηκολόγηση. Όχι ότι αυτό δεν έχει αξία, αλλά δεν μειώνει τις ευθύνες για το πώς φτάσαμε στην ήττα. Γιατί η Βάρκιζα δεν ήρθε ξαφνικά. Προηγήθηκε ο Λίβανος της 20ης Φλεβάρη. Η Γκαζέρτα των 47 σελίδων. Αλλά ακόμα και όταν πηγαίναμε στη Βάρκιζα τα στελέχη αυτά δεν έκαναν τίποτα για να την αποτρέψουν πέρα από το να μοιράζουν υποσχέσεις δεξιά και αριστερά ότι ο Τσίπρας δεν θα τολμήσει να υπογράψει. Οι αντιδράσεις κατόπιν εορτής δεν έχουν πλέον την ίδια βαρύτητα. Φαίνεται μάλιστα να είναι εκ του ασφαλούς. Πλέον έχουν μόνο προπαγανδιστικό χαρακτήρα και στον περισσότερο κόσμο μοιάζουν με περσινά ξινά σταφύλια.
Στο βαθμό λοιπόν που για τον πολύ κόσμο η μάχη χάθηκε με κεντρικό συμπέρασμα ότιεμείς είπαμε το Όχι άλλα δεν μπορούσε να γίνει τίποτα γιατί θα μας πέταγαν έξω από το μαντρί και θα μας έτρωγαν οι λύκοι, οι εκλογές του Σεπτέμβρη δεν γίνονται με το δίλημμα μνημόνιο ή όχι, αλλά για το αν αυτός που θα το εφαρμόσει θα δείξει μια κάποια ευαισθησία στα θύματά του (μνημονίου). Ο Τσίπρας για ακόμα μια φορά έπαιξε σωστά το ρόλο του, παριστάνοντας αυτή τη φορά τον καταλληλότερο σε θέματα ευαισθησίας και μάλιστα την ώρα που αναγνωρίζει ότι το μνημόνιο είναι άδικο και θα οδηγήσει σε νέα επιδείνωση τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Αλλά υπόσχεται ότι θα κάνει τα πάντα για να απαλύνει τις πληγές. Σε αυτό το δίλημμα οι ηττημένοι επιλέγουν Τσίπρα. Το μη χείρον βέλτιστον. Τόσο απλά. Για τα υπόλοιπα έχουμε καιρό. Υπάρχουν και άλλες μέρες εκτός από την Κυριακή των εκλογών.
Η αριστερά που επιμένει στο αντιμνημόνιο υπέστη τη μεγαλύτερη ήττα, ενώ περίμενε ότι θα επιβραβευθεί από τη συνέπεια της στο ΟΧΙ μέχρι τέλος. Πίστευε ότι το 62% του δημοψηφίσματος συνεχίζει να υπάρχει και με ένα φυσικό τρόπο θα εγκαταλείψει τον “μεταλλαγμένο εναπομείναν” Συριζα υποστηρίζοντας τη συνεπή αριστερά. Όμως το εκλογικό αποτέλεσμα δεν έδειξε τίποτα τέτοιο. Γιατί συνέβη αυτό; Που πήγε το ΟΧΙ;
Η ερμηνεία ότι ένα μεγάλο μέρος στράφηκε στην αποχή μπορεί να καταπραΰνει τα συναισθήματα απογοήτευσης αλλά δεν αρκεί για να δώσει μια σοβαρή απάντηση. Και πολύ περισσότερο δεν φτάνει για να εξηγήσει γιατί ένα μεγάλο μέρος του ΟΧΙ ίσως το μεγαλύτερο ψήφισε ξανά Σύριζα, ένα μικρότερο μάλλον απείχε και από κει και πέρα οι δυνάμεις που περίμεναν να εκφράσουν αυτόν τον κόσμο περιορίστηκαν η μεν ΛΑΕ στο 2,8% και η Ανταρσύα στο 0,8%. Σύνολο 3,6%. Είναι προφανές ότι κάτι δεν πάει καλά εδώ.
Στην πραγματικότητα ο κόσμος που ψήφισε ΟΧΙ εξαφανίστηκε ως υποκείμενο από την επόμενη βδομάδα του δημοψηφίσματος, όταν το ΟΧΙ στα χέρια του Τσίπρα μετατράπηκε σε ΝΑΙ. Και στη συνέχεια ο ίδιος ο Τσίπρας υπέγραφε τα προαπαιτούμενα και στο τέλος το 3ο μνημόνιο με την πλάτη στον τοίχο. Εκεί αποκαλύφθηκε όχι μόνο η αντίφαση του Σύριζα αλλά και το αδιέξοδο της ρεφορμιστικής στρατηγικής. Χωρίς εναλλακτική λύση στον Τσίπρα το κοινωνικό ΟΧΙ αποδέχτηκε την ήττα του. Και πριν από αυτό ο ίδιος ο Σύριζα πέρα από εσωτερικές γρίνιες δεν είχε καμία εναλλακτική έναντι του προέδρου του.
Η ΛΑΕ και η Ανταρσύα θεώρησαν λαθεμένα ότι η μάχη του ΟΧΙ συνεχίζεται. Ότι δεν υπήρξε καμία ήττα, ότι ο κόσμος συνεχίζει να είναι στις επάλξεις και ότι απλά ο Τσίπρας πρόδωσε τον αγώνα. Στη βάση αυτή, οι δυνάμεις αυτές πίστευαν ότι μπορούν να κερδίσουν επιρροή με τα συνθήματα και τα διλήμματα προ του δημοψηφίσματος. Όμως η μάχη αυτή είχε χαθεί. Και όταν η μάχη χάνεται και κάποιος νομίζει ότι συνεχίζεται μοιάζει περισσότερο με μουρλό παρά με συνεπή αγωνιστή. Όταν δέχεσαι ήττα, αναδιοργανώνεις τις δυνάμεις σου, αμύνεσαι, ψάχνεις να δεις τι έφταιξε, τι λάθη έκανες. Σίγουρα δεν ορμάς για να φας και άλλο ξύλο. Πολύ περισσότερο προσπαθείς να απευθυνθείς στους πιο πρωτοπόρους αγωνιστές και να ξεκινήσεις από κει την αναδιοργάνωση, αντιλαμβανόμενος ότι ο περισσότερος κόσμος απογοητευμένος έχει αποδεχτεί την ήττα, πιστεύοντας ότι προς το παρόν δεν γίνεται τίποτα. Η ΛΑΕ και η Ανταρσύα έκαναν μια προεκλογική καμπάνια σαν να μην έχει συμβεί τίποτα, και ως εκ τούτου έδειχναν και σαν να μην αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα μετά την ήττα. Απευθύνονταν σε ένα κοινό που δεν ήταν πια στις επάλξεις. Σε ένα κοινό που στην πλειοψηφία του ετοιμαζόταν να ψηφίζει ξανά τον Σύριζα γιατί πιστεύει πλέον ότι όντως μέχρι εκεί μπόρεσε ο Τσίπρας, ενώ ένα άλλο κομμάτι αυτού του κοινού από την απογοήτευση δεν ήθελε να ακούσει τίποτα και μάλλον απείχε και από τις εκλογές, αντί να ανταποκριθεί στα καλέσματα των στελεχών που επέμεναν στις περσινές διακηρύξεις του Συριζα.
Την ίδια στιγμή δεν έδιναν καμία απάντηση στους πιο προβληματισμένους αγωνιστές που ένιωθαν την ήττα αλλά ήθελαν σοβαρές απαντήσεις για τα λάθη που έγιναν, για το τι πήγε στραβά, για το τι κάνουμε από δω και πέρα. Στους αγωνιστές που πίστεψαν από την αρχή στη σύγκρουση ή έστω το κατάλαβαν στην πορεία. Όμως η σύγκρουση δεν γίνεται γιατί κάποιος την διακηρύττει. Εκτός αν μιλάμε για την αναγκαιότητα αλλά όχι την πιθανότητα μιας σύγκρουσης μέχρις εσχάτων. Ή μήπως θα ήταν πανηγυράκι; Οι πάντες καταλάβαιναν ότι η σύγκρουση θα είχε κόστος. Ότι οι δυνάμεις της εσωτερικής και διεθνούς αστικής αντεπανάστασης δεν θα κάθονταν με σταυρωμένα τα χέρια. Η πραγματική μάχη θα άρχιζε μετά το δημοψήφισμα και γι’ αυτή τη μάχη δεν ήταν προετοιμασμένος κανείς. Ο Σύριζα γιατί την απαρνιόταν από θέση αρχής, τα στελέχη που έφτιαξαν αργότερα τη ΛΑΕ γιατί πέρα από λόγια συνέπειας στις διακηρύξεις του Σύριζα δεν είχαν ιδέα πως θα αντιμετωπίσουν την αστική αντεπανάσταση, νομίζοντας ότι όλο το θέμα θα εξαντλούνταν στις συνέπειες που θα είχε ένα νέο νόμισμα.
Όμως το πραγματικό πρόβλημα δεν ήταν το νόμισμα και οι δυσκολίες προσαρμογής τους πρώτους 5-6 μήνες, αλλά η σφοδρή αντίδραση της αστικής τάξης και του βαθέως κράτους, στη διατάραξη των δεσμών αίματος του ελληνικού με τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό. Όποιος περιορίζει την αντιπαράθεση στο νόμισμα απλά συνεχίζει να σπέρνει τις αυταπάτες που έσπερνε ο Σύριζα. Το δίλημμα μετά το δημοψήφισμα ήταν ποιος κάνει κουμάντο στη χώρα. Όποιος αμφισβητεί τα αφεντικά της χώρας θα πρέπει να είναι έτοιμος και για εμφύλιο πόλεμο, αλλιώς ας βγάλει το σκασμό. Και η ρεφορμιστική αριστερά του κυρίαρχου λαού το βούλωσε γιατί την κρίσιμη στιγμή είναι το μόνο που ξέρει να κάνει. Και δεν μιλάμε για τον Σύριζα αλλά για ολόκληρη σχεδόν την αναγνωρίσιμη αριστερά. Το ΚΚΕ γιατί απείχε εξαρχής από αυτή τη μάχη ενώ τα στελέχη της ΛΑΕ γιατί χρεώνονται την ίδια στρατηγική με το Σύριζα που οδήγησε στην ήττα, έστω κι αν στο τέλος αρνήθηκαν να βάλουν την υπογραφή στη συνθηκολόγηση. Όχι ότι αυτό δεν έχει αξία, αλλά δεν μειώνει τις ευθύνες για το πώς φτάσαμε στην ήττα. Γιατί η Βάρκιζα δεν ήρθε ξαφνικά. Προηγήθηκε ο Λίβανος της 20ης Φλεβάρη. Η Γκαζέρτα των 47 σελίδων. Αλλά ακόμα και όταν πηγαίναμε στη Βάρκιζα τα στελέχη αυτά δεν έκαναν τίποτα για να την αποτρέψουν πέρα από το να μοιράζουν υποσχέσεις δεξιά και αριστερά ότι ο Τσίπρας δεν θα τολμήσει να υπογράψει. Οι αντιδράσεις κατόπιν εορτής δεν έχουν πλέον την ίδια βαρύτητα. Φαίνεται μάλιστα να είναι εκ του ασφαλούς. Πλέον έχουν μόνο προπαγανδιστικό χαρακτήρα και στον περισσότερο κόσμο μοιάζουν με περσινά ξινά σταφύλια.
Στο βαθμό λοιπόν που για τον πολύ κόσμο η μάχη χάθηκε με κεντρικό συμπέρασμα ότιεμείς είπαμε το Όχι άλλα δεν μπορούσε να γίνει τίποτα γιατί θα μας πέταγαν έξω από το μαντρί και θα μας έτρωγαν οι λύκοι, οι εκλογές του Σεπτέμβρη δεν γίνονται με το δίλημμα μνημόνιο ή όχι, αλλά για το αν αυτός που θα το εφαρμόσει θα δείξει μια κάποια ευαισθησία στα θύματά του (μνημονίου). Ο Τσίπρας για ακόμα μια φορά έπαιξε σωστά το ρόλο του, παριστάνοντας αυτή τη φορά τον καταλληλότερο σε θέματα ευαισθησίας και μάλιστα την ώρα που αναγνωρίζει ότι το μνημόνιο είναι άδικο και θα οδηγήσει σε νέα επιδείνωση τα φτωχά λαϊκά στρώματα. Αλλά υπόσχεται ότι θα κάνει τα πάντα για να απαλύνει τις πληγές. Σε αυτό το δίλημμα οι ηττημένοι επιλέγουν Τσίπρα. Το μη χείρον βέλτιστον. Τόσο απλά. Για τα υπόλοιπα έχουμε καιρό. Υπάρχουν και άλλες μέρες εκτός από την Κυριακή των εκλογών.
Επικύρωση της ήττας
Οι εκλογές δεν έφεραν την ήττα (αν θεωρήσουμε ότι αυτή η βουλή είναι κατά 90% μνημονικακή σε αντίθεση με την προηγούμενη που ήταν έστω στις διακηρύξεις κατά 65% αντιμνημονική), απλά την επικύρωσαν. Μια ήττα που πραγματοποιήθηκε τις μέρες που ακολούθησαν το δημοψήφισμα. Ενώ η πέραν του Σύριζα αριστερά περιορίζεται σε ηθικολογικά διδάγματα, μιλώντας για συνέπεια, προδοσίες, περήφανα όχι, για αγώνες που συνεχίζονται στο διηνεκές και άλλα τινά, αυτό που έχει σημασία είναι το αποτέλεσμα μιας μάχης και τις επιπτώσεις που έχει στα αντιμαχόμενα στρατόπεδα. Η μάχη λοιπόν του Όχι ηττήθηκε, άσχετα αν η αριστερά του “ΟΧΙ μέχρι τέλος” το αντελίφθη (;) το βράδυ των εκλογών, όταν έβλεπε τα ποσοστά της κάτω από το 3%. Είναι δευτερεύον αν το ΟΧΙ προδόθηκε ή αν η ήττα ήταν αποτέλεσμα μιας ρεφορμιστικής στρατηγικής που εξαρχής έδωσε αυτή τη μάχη αποφεύγοντας με οποιοδήποτε τρόπο την τελική σύγκρουση, νομίζοντας ότι μπορεί να συνεχίζει το τροπάρι των καθυστερήσεων επίσης στο διηνεκές. Δεν υπάρχει όμως τίποτα που δεν φτάνει σε ένα οριακό σημείο βρασμού. Μια κύηση δεν μπορεί να συνεχίζεται για πάντα (όριο οι 9 μήνες), ένα φαγητό δεν μπορεί να ψήνεται για πάντα, ένας καφές το ίδιο. Σε όλα υπάρχει ένα οριακό σημείο καμπής. Αυτό στην διαλεκτική λέγεται μετατροπή της ποσότητας σε ποιότητα. Πρόκειται για ένα ποιοτικό άλμα. Αν δεν γίνει, όλη η προηγούμενη ποσοτική συσσώρευση πάει στράφι. Στους οπαδούς του αέναου αγώνα που συνεχίζεται επ’ αόριστο με τα όπλα παρά πόδα, “και σήμερα και αύριο και όσο χρειαστεί” για κάποιους άλλους που ζουν στον κόσμο τους μέχρι να κλατάρουν, όλα αυτά είναι ακατανόητα. Ο χωρόχρονος δεν έχει όρια. Δυστυχώς όμως έχει. Και το κοντέρ μηδενίζει.
Ο κόσμος που ψήφισε ΟΧΙ σε ποσοστό 62% ήταν όντως ένα υποκείμενο μέχρι το δημοψήφισμα. Έγινε μάλιστα υποκείμενο εξαιτίας του δημοψηφίσματος. Ενός δημοψηφίσματος που για να μην ξεχνιόμαστε η αριστερά που στη συνέχεια κρεμάστηκε πάνω του, αλλά και η άλλη που ζει για να δικαιώνονται οι προφητείες της (“εμείς τα λέγαμε”) άσχετα αν αυτό δεν την ενδυναμώνει, το σιχτίριζαν γιατί δήθεν θα έδινε λαϊκή νομιμοποίηση στο επερχόμενο 3ο μνημόνιο. Οι άνθρωποι το είχαν σίγουρο όπως άλλωστε έχουν σίγουρα τα πάντα. Αν πιστεύεις στο θεό και στις νομοτέλειες δεν έχεις να φοβηθείς τίποτα. Όμως αυτό το 62% που δεν πήγε μόνο στις κάλπες αλλά έδωσε και τη μάχη στο δρόμο (εντάξει ένα μέρος του, πάντα έτσι γίνεται) συσπειρώθηκε υπό την ηγεσία του Συριζα για να μην πούμε και της κυβέρνησης που μην αντέχοντας να υπογράψει το μνημόνιο την ώρα που της το έτριβαν στα μούτρα ως τελεσίγραφο οι δανειστές προτίμησε να πετάξει το μπαλάκι στον κόσμο για να απαλλαγεί από τις ευθύνες της, ελπίζοντας ότι μέσα σε συνθήκες πανικού (κλειστές τράπεζες κλπ) και τρομοϋστερίας θα πλειοψηφούσε το ΝΑΙ. Όμως ο Τσίπρας επίσημα ήταν αναγκασμένος να καλεί στο ΟΧΙ και ο κόσμος θεώρησε βλέποντας απέναντι και τον αστικό απόπατο (οιΜένουμε Ευρώπη) να βγαίνει στο δρόμο, ότι είναι η ώρα της σύγκρουσης. Η δυναμική του Οχι ήταν όντως τεράστια και αυτό φάνηκε στο ογκώδες και παθιασμένο συλλαλητήριο της 3ης Ιούλη. Φαινόταν στα πρόσωπα των ανθρώπων που κατά δεκάδες χιλιάδες κατέκλυσαν το Σύνταγμα και τους γύρω δρόμους, προσπαθώντας έστω και την τελευταία στιγμή να πείσουν τον Τσίπρα να μην κάνει πίσω και ίσως με την παρουσία τους στο δρόμο και την ψήφο τους στις 5 Ιούλη να αναγκάσουν την τρόικα σε υποχώρηση. Η ελπίδα του κόσμου ήταν ειλικρινής. Όμως δεν αρκούσε. Η σύγκρουση αυτή δεν μπορούσε να λήξει με μια διαδήλωση και μια ψήφο. Ούτε η τρόικα θα υποχωρούσε, ούτε η ελληνική αστική τάξη θα έκανε αποδεκτό ένα δημοψήφισμα που έβαζε σε δοκιμασία τα ζωτικά της συμφέροντα. Ο καθένας μπορούσε να αντιληφθεί ότι κανένας Τσίπρας δεν μπορούσε να ανταποκριθεί σε μια τέτοιας έκτασης μάχη. Όχι γιατί είναι προδότης, αλλά πολύ απλά γιατί είναι ρεφορμιστής. Γιατί ο άνθρωπος δεν είναι επαναστάτης, και επαναστάτης δεν γίνεσαι την τελευταία στιγμή. Αυτό όμως δεν αφορά μόνο τον Τσίπρα. Αφορά ολόκληρο το Σύριζα. Γιατί άραγε δεν υπήρξε εναλλακτική λύση; Γιατί αυτό το φοβερό κόμμα των μελών, των τόσο μεγάλων προσδοκιών, της 10χρονης “ανασύνθεσης από όλα τα ιστορικά ρεύματα από διαφορετικές αφετηρίες”, μετά από τόση ζύμωση, παρέλυσε εντελώς και δεν μπορούσε να κάνει ούτε μια ΚΕ. Αλλά και όταν αυτή έγινε πάλι κάνεις δεν αμφισβήτησε τον Τσίπρα και κανείς ούτε τα στελέχη εκείνα που δημιούργησαν λίγο αργότερα τη ΛΑΕ (όταν ο Τσίπρας αποφάσισε να τους εκπαραθυρώσει) αντέδρασαν σε σημείο να ρίξουν την κυβέρνηση πριν προλάβει να υπογράψει το μοιραίο.
Και ο κόσμος; Μόνο η ηγεσία φταίει; Ο κόσμος δεν είχε επενδύσει σε μια άλλη προοπτική γενικώς και αορίστως. Η προοπτική αυτή είχε φορέα και λεγόταν Συριζα. Οι προσδοκίες ήταν αληθινές, αλλά υπό τη διαμεσολάβηση του Συριζα και προφανώς με μπόλικες αυταπάτες. Αυταπάτες για το τέλος των μνημονίων, αλλά εντός ευρω, τέλος της λιτότητας αλλά χωρίς απαλλοτριώσεις στο κεφάλαιο κοκ. Αντιφατικά; Ναι αλλά σε μια ορισμένη στιγμή το δίλημμα θα ήταν οριακό. Ή το ένα ή το άλλο. Το τέλος των μνημονίων ή το ευρώ, το τέλος της λιτότητας ή το κεφάλαιο. Στο τέλος-τέλος η αστική τάξη ή το προλεταριάτο. Όμως στο σημείο αυτό η μάχη δεν μπορεί να συνεχιστεί αυθόρμητα. Εκεί μετράνε μόνο οι συνειδητές δυνάμεις, οι αποφασισμένοι, αυτοί που θα ξέρουν τι θα κάνουν την επόμενη μέρα, αυτοί που είναι έτοιμοι όχι για μπουρδολογίες με τους γερμανούς μαζί με τον καμένο και τους ψεκασμένους πατριώτες, αλλά για μάχη με τις οργανωμένες δυνάμεις της αντεπανάστασης που δεν θα δείξουν κανένα έλεος σε όσους αμφισβητούν τα αφεντικά της χώρας. Ή μήπως το Όχι μέχρι τέλους θα κατέληγε κάπου άλλου; Μήπως πιστεύει κανείς στα σοβαρά ότι το μόνο που θα είχαμε να αντιμετωπίσουμε είναι η έλλειψη συναλλάγματος, κάποιες βδομάδες προσαρμογής σε ένα νέο νόμισμα, άντε και κάποιες ελλείψεις σε καύσιμα και φάρμακα; Και ότι μετά από μερικές βδομάδες που το νέο νόμισμα θα έτρωγε μια υποτίμηση 30% θα ξεκίναγε η παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας και όλα μέλι γάλα; Αν το πιστεύει κανείς αυτό τότε προφανώς αναμασάει τις αυταπάτες των αμοιβαίων επωφελών λύσεων του Σύριζα με τη διαφορά ότι τώρα δεν προσπαθεί να πείσει τους Γερμανούς και τους Γάλλους αλλά την ντόπια αστική τάξη που στο φαντασιακό του πλήττεται επίσης από το μνημόνιο και τους “ξένους δυνάστες”. Ας μας συγχωρέσουν οι σύντροφοι των πατριωτικών μετώπων, αλλά σε ότι αφορά τη συνύπαρξη των τάξεων σε έναν πιο ευαίσθητο καπιταλισμό δεν διαφέρουν σε τίποτα από τον “μεταλλαγμένο” Σύριζα. Όλα για την ταξική ειρήνη. Μέχρι εκεί φτάνει η σκέψη κάθε ρεφορμιστή. Στην επαναφορά του κοινωνικού συμβολαίου, στη συνεννόηση των τάξεων, μια συμφιλίωση που ίσως στο τέλος οδηγήσει ακόμα και στην υπέρβαση των σχέσεων εκμετάλλευσης. Όνειρα θερινής νυχτός με τραγικό πάντα τέλος.
Οι εκλογές δεν έφεραν την ήττα (αν θεωρήσουμε ότι αυτή η βουλή είναι κατά 90% μνημονικακή σε αντίθεση με την προηγούμενη που ήταν έστω στις διακηρύξεις κατά 65% αντιμνημονική), απλά την επικύρωσαν. Μια ήττα που πραγματοποιήθηκε τις μέρες που ακολούθησαν το δημοψήφισμα. Ενώ η πέραν του Σύριζα αριστερά περιορίζεται σε ηθικολογικά διδάγματα, μιλώντας για συνέπεια, προδοσίες, περήφανα όχι, για αγώνες που συνεχίζονται στο διηνεκές και άλλα τινά, αυτό που έχει σημασία είναι το αποτέλεσμα μιας μάχης και τις επιπτώσεις που έχει στα αντιμαχόμενα στρατόπεδα. Η μάχη λοιπόν του Όχι ηττήθηκε, άσχετα αν η αριστερά του “ΟΧΙ μέχρι τέλος” το αντελίφθη (;) το βράδυ των εκλογών, όταν έβλεπε τα ποσοστά της κάτω από το 3%. Είναι δευτερεύον αν το ΟΧΙ προδόθηκε ή αν η ήττα ήταν αποτέλεσμα μιας ρεφορμιστικής στρατηγικής που εξαρχής έδωσε αυτή τη μάχη αποφεύγοντας με οποιοδήποτε τρόπο την τελική σύγκρουση, νομίζοντας ότι μπορεί να συνεχίζει το τροπάρι των καθυστερήσεων επίσης στο διηνεκές. Δεν υπάρχει όμως τίποτα που δεν φτάνει σε ένα οριακό σημείο βρασμού. Μια κύηση δεν μπορεί να συνεχίζεται για πάντα (όριο οι 9 μήνες), ένα φαγητό δεν μπορεί να ψήνεται για πάντα, ένας καφές το ίδιο. Σε όλα υπάρχει ένα οριακό σημείο καμπής. Αυτό στην διαλεκτική λέγεται μετατροπή της ποσότητας σε ποιότητα. Πρόκειται για ένα ποιοτικό άλμα. Αν δεν γίνει, όλη η προηγούμενη ποσοτική συσσώρευση πάει στράφι. Στους οπαδούς του αέναου αγώνα που συνεχίζεται επ’ αόριστο με τα όπλα παρά πόδα, “και σήμερα και αύριο και όσο χρειαστεί” για κάποιους άλλους που ζουν στον κόσμο τους μέχρι να κλατάρουν, όλα αυτά είναι ακατανόητα. Ο χωρόχρονος δεν έχει όρια. Δυστυχώς όμως έχει. Και το κοντέρ μηδενίζει.
Ο κόσμος που ψήφισε ΟΧΙ σε ποσοστό 62% ήταν όντως ένα υποκείμενο μέχρι το δημοψήφισμα. Έγινε μάλιστα υποκείμενο εξαιτίας του δημοψηφίσματος. Ενός δημοψηφίσματος που για να μην ξεχνιόμαστε η αριστερά που στη συνέχεια κρεμάστηκε πάνω του, αλλά και η άλλη που ζει για να δικαιώνονται οι προφητείες της (“εμείς τα λέγαμε”) άσχετα αν αυτό δεν την ενδυναμώνει, το σιχτίριζαν γιατί δήθεν θα έδινε λαϊκή νομιμοποίηση στο επερχόμενο 3ο μνημόνιο. Οι άνθρωποι το είχαν σίγουρο όπως άλλωστε έχουν σίγουρα τα πάντα. Αν πιστεύεις στο θεό και στις νομοτέλειες δεν έχεις να φοβηθείς τίποτα. Όμως αυτό το 62% που δεν πήγε μόνο στις κάλπες αλλά έδωσε και τη μάχη στο δρόμο (εντάξει ένα μέρος του, πάντα έτσι γίνεται) συσπειρώθηκε υπό την ηγεσία του Συριζα για να μην πούμε και της κυβέρνησης που μην αντέχοντας να υπογράψει το μνημόνιο την ώρα που της το έτριβαν στα μούτρα ως τελεσίγραφο οι δανειστές προτίμησε να πετάξει το μπαλάκι στον κόσμο για να απαλλαγεί από τις ευθύνες της, ελπίζοντας ότι μέσα σε συνθήκες πανικού (κλειστές τράπεζες κλπ) και τρομοϋστερίας θα πλειοψηφούσε το ΝΑΙ. Όμως ο Τσίπρας επίσημα ήταν αναγκασμένος να καλεί στο ΟΧΙ και ο κόσμος θεώρησε βλέποντας απέναντι και τον αστικό απόπατο (οιΜένουμε Ευρώπη) να βγαίνει στο δρόμο, ότι είναι η ώρα της σύγκρουσης. Η δυναμική του Οχι ήταν όντως τεράστια και αυτό φάνηκε στο ογκώδες και παθιασμένο συλλαλητήριο της 3ης Ιούλη. Φαινόταν στα πρόσωπα των ανθρώπων που κατά δεκάδες χιλιάδες κατέκλυσαν το Σύνταγμα και τους γύρω δρόμους, προσπαθώντας έστω και την τελευταία στιγμή να πείσουν τον Τσίπρα να μην κάνει πίσω και ίσως με την παρουσία τους στο δρόμο και την ψήφο τους στις 5 Ιούλη να αναγκάσουν την τρόικα σε υποχώρηση. Η ελπίδα του κόσμου ήταν ειλικρινής. Όμως δεν αρκούσε. Η σύγκρουση αυτή δεν μπορούσε να λήξει με μια διαδήλωση και μια ψήφο. Ούτε η τρόικα θα υποχωρούσε, ούτε η ελληνική αστική τάξη θα έκανε αποδεκτό ένα δημοψήφισμα που έβαζε σε δοκιμασία τα ζωτικά της συμφέροντα. Ο καθένας μπορούσε να αντιληφθεί ότι κανένας Τσίπρας δεν μπορούσε να ανταποκριθεί σε μια τέτοιας έκτασης μάχη. Όχι γιατί είναι προδότης, αλλά πολύ απλά γιατί είναι ρεφορμιστής. Γιατί ο άνθρωπος δεν είναι επαναστάτης, και επαναστάτης δεν γίνεσαι την τελευταία στιγμή. Αυτό όμως δεν αφορά μόνο τον Τσίπρα. Αφορά ολόκληρο το Σύριζα. Γιατί άραγε δεν υπήρξε εναλλακτική λύση; Γιατί αυτό το φοβερό κόμμα των μελών, των τόσο μεγάλων προσδοκιών, της 10χρονης “ανασύνθεσης από όλα τα ιστορικά ρεύματα από διαφορετικές αφετηρίες”, μετά από τόση ζύμωση, παρέλυσε εντελώς και δεν μπορούσε να κάνει ούτε μια ΚΕ. Αλλά και όταν αυτή έγινε πάλι κάνεις δεν αμφισβήτησε τον Τσίπρα και κανείς ούτε τα στελέχη εκείνα που δημιούργησαν λίγο αργότερα τη ΛΑΕ (όταν ο Τσίπρας αποφάσισε να τους εκπαραθυρώσει) αντέδρασαν σε σημείο να ρίξουν την κυβέρνηση πριν προλάβει να υπογράψει το μοιραίο.
Και ο κόσμος; Μόνο η ηγεσία φταίει; Ο κόσμος δεν είχε επενδύσει σε μια άλλη προοπτική γενικώς και αορίστως. Η προοπτική αυτή είχε φορέα και λεγόταν Συριζα. Οι προσδοκίες ήταν αληθινές, αλλά υπό τη διαμεσολάβηση του Συριζα και προφανώς με μπόλικες αυταπάτες. Αυταπάτες για το τέλος των μνημονίων, αλλά εντός ευρω, τέλος της λιτότητας αλλά χωρίς απαλλοτριώσεις στο κεφάλαιο κοκ. Αντιφατικά; Ναι αλλά σε μια ορισμένη στιγμή το δίλημμα θα ήταν οριακό. Ή το ένα ή το άλλο. Το τέλος των μνημονίων ή το ευρώ, το τέλος της λιτότητας ή το κεφάλαιο. Στο τέλος-τέλος η αστική τάξη ή το προλεταριάτο. Όμως στο σημείο αυτό η μάχη δεν μπορεί να συνεχιστεί αυθόρμητα. Εκεί μετράνε μόνο οι συνειδητές δυνάμεις, οι αποφασισμένοι, αυτοί που θα ξέρουν τι θα κάνουν την επόμενη μέρα, αυτοί που είναι έτοιμοι όχι για μπουρδολογίες με τους γερμανούς μαζί με τον καμένο και τους ψεκασμένους πατριώτες, αλλά για μάχη με τις οργανωμένες δυνάμεις της αντεπανάστασης που δεν θα δείξουν κανένα έλεος σε όσους αμφισβητούν τα αφεντικά της χώρας. Ή μήπως το Όχι μέχρι τέλους θα κατέληγε κάπου άλλου; Μήπως πιστεύει κανείς στα σοβαρά ότι το μόνο που θα είχαμε να αντιμετωπίσουμε είναι η έλλειψη συναλλάγματος, κάποιες βδομάδες προσαρμογής σε ένα νέο νόμισμα, άντε και κάποιες ελλείψεις σε καύσιμα και φάρμακα; Και ότι μετά από μερικές βδομάδες που το νέο νόμισμα θα έτρωγε μια υποτίμηση 30% θα ξεκίναγε η παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας και όλα μέλι γάλα; Αν το πιστεύει κανείς αυτό τότε προφανώς αναμασάει τις αυταπάτες των αμοιβαίων επωφελών λύσεων του Σύριζα με τη διαφορά ότι τώρα δεν προσπαθεί να πείσει τους Γερμανούς και τους Γάλλους αλλά την ντόπια αστική τάξη που στο φαντασιακό του πλήττεται επίσης από το μνημόνιο και τους “ξένους δυνάστες”. Ας μας συγχωρέσουν οι σύντροφοι των πατριωτικών μετώπων, αλλά σε ότι αφορά τη συνύπαρξη των τάξεων σε έναν πιο ευαίσθητο καπιταλισμό δεν διαφέρουν σε τίποτα από τον “μεταλλαγμένο” Σύριζα. Όλα για την ταξική ειρήνη. Μέχρι εκεί φτάνει η σκέψη κάθε ρεφορμιστή. Στην επαναφορά του κοινωνικού συμβολαίου, στη συνεννόηση των τάξεων, μια συμφιλίωση που ίσως στο τέλος οδηγήσει ακόμα και στην υπέρβαση των σχέσεων εκμετάλλευσης. Όνειρα θερινής νυχτός με τραγικό πάντα τέλος.
Μετάλλαξη του Συριζα;
Είναι γεγονός ότι η υπογραφή του μνημονίου από τον Σύριζα ήταν ένα σοκ. Πολύ περισσότερο για τα στελέχη μέσα στο Σύριζα που είχαν πιστέψει ότι ο Συριζα είναι κάτι διαφορετικό από ένα κλασικό ρεφορμιστικό κόμμα στα πλαίσια της αστικής νομιμότητας. Τα στελέχη αυτά πίστευαν ότι στο οριακό σημείο ο Σύριζα θα αναγκαστεί να ταχθεί με τη σωστή πλευρά. Αλλά ακόμα κι αν δεν το κάνει η ηγεσία του θα υποστεί τις συνέπειες. Είτε θα χάσει το κόμμα είτε τον κόσμου του. Δεν έγινε τίποτα από αυτά. Ο Τσίπρας κράτησε και το κόμμα και τον κόσμο που το ψήφιζε. Και μάλιστα τον κόσμο σε ποσοστά 85% πολύ περισσότερο από το κόμμα. Εδώ τι έχουν να πουν οι λάτρεις του λαού. Τι έγινε; Η γραφειοκρατία του κόμματος πιο αριστερή από τον λαό; Ίσως αύριο όταν θα εφαρμόζει το μνημόνιο να έχει απώλειες αλλά αυτό μένει να το δούμε. Μέχρι στιγμής πάντως ακόμα και με την υπογραφή του μνημονίου ο Τσίπρας δεν έχει εξαφανιστεί. Αντίθετα αυτοί που απειλούνται με εξαφάνιση είναι τα στελέχη εκείνα που παραμένουν πιστοί στις αρχικές διακηρύξεις του Σύριζα και “υπηρέτες των λαϊκών συμφερόντων”.
Και εντάξει τα στελέχη εκείνα που είναι από τα σπλάχνα αυτού του κόμματος. Οι δυνάμεις όμως που μπήκαν στο Σύριζα έχοντας στο μυαλό τους ότι το κόμμα αυτό μπορεί να ξεπεράσει τα ρεφορμιστικά του όρια, έχουν να πουν κάτι αυτή την ώρα; Θα κάνουν έναν απολογισμό, ή δεν προλαβαίνουν γιατί ο αγώνας συνεχίζεται; Τι έχτιζαν τόσα χρόνια εκεί μέσα; Γιατί μετά την “προδοσία” του Τσίπρα η επιρροή του είναι απειροελάχιστη; Γιατί ακόμα και μέλη της Πλατφόρμας το έριξαν τελευταία στιγμή στον Τσίπρα;
Κι όμως υπάρχει εξήγηση. Ο Σύριζα ποτέ δεν υποσχέθηκε έναν ταξικό αγώνα μέχρι εσχάτων. Ούτε πρόδωσε ακριβώς τα συμφέροντα των καταπιεσμένων. Ίσως στα συνεδριακά του κείμενα να μίλαγε γι’ αυτά, αλλά στην κυβέρνηση δεν ήρθε με πρόγραμμα τις ιδρυτικές διακηρύξεις του Σύριζα για το άλλο κόσμο τον εφικτό που μπορεί να λέγεται και σοσιαλισμός. Ήλθε για να βρει αμοιβαίες λύσεις με τους Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές, για να αναμορφώσει την ΕΕ, για να πείσει τους δανειστές να διαγράψουν κοινή συναινέσει ένα μέρος του χρέους. Ναι μίλαγε ταυτόχρονα για για το τέλος των μνημονίων αλλά όχι και της δανειακής σύμβασης και πάντα εντός ευρώ, της λιτότητας, την επαναφορά ενός μέρους του κοινωνικού κράτους, ακόμα και για κρατικοποιήσεις τομέων του κράτους που είχαν ιδιωτικοποιηθεί. Όλα αυτά είναι ένα συνονθύλευμα αντιφατικών συνθημάτων, όμως πάνω σε αυτό ήρθε στην κυβέρνηση. Αν κανείς ήθελε να εθελοτυφλεί και να νομίζει ότι ο Σύριζα έχει υποσχεθεί κάποια επανάσταση ή έστω θα αναγκαστεί να ηγηθεί κάτω από τις περιστάσεις, αυτό είναι δικό του πρόβλημα. Τώρα όμως οφείλει μερικές εξηγήσεις.
Ο Σύριζα στην κυβέρνηση δεν θα μπορούσε πλέον να κρύβεται, διαφημίζονται τις “αμοιβαίες και κοινά επωφελείς λύσεις” χωρίς κόστος, χωρίς να δοκιμάζονται στην πραγματικότητα. Αν ο κόσμος είχε αυταπάτες με την πολιτική του Σύριζα δεν υπήρχε άλλος δρόμος να ξεπεραστούν παρά μόνο με τον Σύριζα στην κυβέρνηση. Να πως επιταχύνονται οι εξελίξεις. Αρκούσαν 6-7 μήνες για να αποδειχτεί ότι δεν υπάρχουν αμοιβαίες λύσεις. Για την ακρίβεια δεν υπάρχουν λύσεις επωφελείς για τα αφεντικά και τους τους από κάτω. Στο τέλος πρέπει κάνεις να διαλέξει. Και αυτό οδηγεί αναγκαστικά στη σύγκρουση. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ο Σύριζα οφείλει να ηγηθεί της “αναπόφευκτης” (;) σύγκρουσης. Αν ο Σύριζα πρόδωσε κάτι δεν ήταν τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων. Απλά αυτό που έγινε είναι να πνιγεί στις αντιφάσεις του, αποφεύγοντας πάντα την αναμέτρηση.
Άλλωστε για την αριστερά σημασία έχει να μένεις πιστός στις ιδέες σου, και να πετυχαίνεις πάντα ηθικές νίκες. Η πραγματικότητα αντιμετωπίζονταν πάντα με μια μοιρολατρική διάθεση. Αν μια απεργία χανόταν όπως αυτή των καθηγητών πριν 2 χρόνια γιατί η αριστερά όλων των ειδών έκανε τα πάντα για να μην δοθεί η σύγκρουση,αυτό δεν είχε καμία σημασία. Σημασία είχε ότι “δηλώσαμε παρών, ότι στείλαμε το μήνυμα, ότι μείναμε ηθικά όρθιοι, ότι μπήκαν παρακαταθήκες”. Στον πρώτο διαγωνισμό κάποτε του ΑΣΕΠ τα ίδια. Ενώ έγινε ο διαγωνισμός η αριστερά τοτε και μάλιστα υπό την ηγεσία του εξωκοινοβουλίου μίλαγε πάλι για ηθικές νίκες, για τον “νεκρό διαγωνισμό” (στις φαντασιώσεις της), τις παρακαταθήκες, τον αγώνα που συνεχίζεται και άλλα δακρύβρεχτα, την ώρα που ο αγώνας είχε ηττηθεί κατά κράτος. Αλλά τι σημασία είχε; Σημασία έχει ο αγώνας. Ε αυτό το παραμύθι πουλάει και ο Τσίπρας. Ε δεν έγινε και τίποτα που υπογράψαμε. Μας ανάγκασαν, μας έκαναν πραξικόπημα, μας φέρθηκαν απαίσια. Άλλωστε εμείς διαφωνούμε. Σταθήκαμε όρθιοι, παλέψαμε μέχρι τέλος. Είμαστε ηθικά νικητές. Αυτός που έχασε είναι η Ευρώπη. Από τέτοιου είδους μ…κιες η αριστερά μας έχει φλομώσει με τα τσουβάλια.
Το αν η υπόλοιπη αριστερά δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί την αποτυχία του Συριζα, ή ακόμα περισσότερο την προδοσία (αλήθεια τι πρόδωσε;) είναι γιατί και η ίδια είναι εκπαιδευμένη στα ίδια κόλπα.
Είναι γεγονός ότι η υπογραφή του μνημονίου από τον Σύριζα ήταν ένα σοκ. Πολύ περισσότερο για τα στελέχη μέσα στο Σύριζα που είχαν πιστέψει ότι ο Συριζα είναι κάτι διαφορετικό από ένα κλασικό ρεφορμιστικό κόμμα στα πλαίσια της αστικής νομιμότητας. Τα στελέχη αυτά πίστευαν ότι στο οριακό σημείο ο Σύριζα θα αναγκαστεί να ταχθεί με τη σωστή πλευρά. Αλλά ακόμα κι αν δεν το κάνει η ηγεσία του θα υποστεί τις συνέπειες. Είτε θα χάσει το κόμμα είτε τον κόσμου του. Δεν έγινε τίποτα από αυτά. Ο Τσίπρας κράτησε και το κόμμα και τον κόσμο που το ψήφιζε. Και μάλιστα τον κόσμο σε ποσοστά 85% πολύ περισσότερο από το κόμμα. Εδώ τι έχουν να πουν οι λάτρεις του λαού. Τι έγινε; Η γραφειοκρατία του κόμματος πιο αριστερή από τον λαό; Ίσως αύριο όταν θα εφαρμόζει το μνημόνιο να έχει απώλειες αλλά αυτό μένει να το δούμε. Μέχρι στιγμής πάντως ακόμα και με την υπογραφή του μνημονίου ο Τσίπρας δεν έχει εξαφανιστεί. Αντίθετα αυτοί που απειλούνται με εξαφάνιση είναι τα στελέχη εκείνα που παραμένουν πιστοί στις αρχικές διακηρύξεις του Σύριζα και “υπηρέτες των λαϊκών συμφερόντων”.
Και εντάξει τα στελέχη εκείνα που είναι από τα σπλάχνα αυτού του κόμματος. Οι δυνάμεις όμως που μπήκαν στο Σύριζα έχοντας στο μυαλό τους ότι το κόμμα αυτό μπορεί να ξεπεράσει τα ρεφορμιστικά του όρια, έχουν να πουν κάτι αυτή την ώρα; Θα κάνουν έναν απολογισμό, ή δεν προλαβαίνουν γιατί ο αγώνας συνεχίζεται; Τι έχτιζαν τόσα χρόνια εκεί μέσα; Γιατί μετά την “προδοσία” του Τσίπρα η επιρροή του είναι απειροελάχιστη; Γιατί ακόμα και μέλη της Πλατφόρμας το έριξαν τελευταία στιγμή στον Τσίπρα;
Κι όμως υπάρχει εξήγηση. Ο Σύριζα ποτέ δεν υποσχέθηκε έναν ταξικό αγώνα μέχρι εσχάτων. Ούτε πρόδωσε ακριβώς τα συμφέροντα των καταπιεσμένων. Ίσως στα συνεδριακά του κείμενα να μίλαγε γι’ αυτά, αλλά στην κυβέρνηση δεν ήρθε με πρόγραμμα τις ιδρυτικές διακηρύξεις του Σύριζα για το άλλο κόσμο τον εφικτό που μπορεί να λέγεται και σοσιαλισμός. Ήλθε για να βρει αμοιβαίες λύσεις με τους Ευρωπαίους ιμπεριαλιστές, για να αναμορφώσει την ΕΕ, για να πείσει τους δανειστές να διαγράψουν κοινή συναινέσει ένα μέρος του χρέους. Ναι μίλαγε ταυτόχρονα για για το τέλος των μνημονίων αλλά όχι και της δανειακής σύμβασης και πάντα εντός ευρώ, της λιτότητας, την επαναφορά ενός μέρους του κοινωνικού κράτους, ακόμα και για κρατικοποιήσεις τομέων του κράτους που είχαν ιδιωτικοποιηθεί. Όλα αυτά είναι ένα συνονθύλευμα αντιφατικών συνθημάτων, όμως πάνω σε αυτό ήρθε στην κυβέρνηση. Αν κανείς ήθελε να εθελοτυφλεί και να νομίζει ότι ο Σύριζα έχει υποσχεθεί κάποια επανάσταση ή έστω θα αναγκαστεί να ηγηθεί κάτω από τις περιστάσεις, αυτό είναι δικό του πρόβλημα. Τώρα όμως οφείλει μερικές εξηγήσεις.
Ο Σύριζα στην κυβέρνηση δεν θα μπορούσε πλέον να κρύβεται, διαφημίζονται τις “αμοιβαίες και κοινά επωφελείς λύσεις” χωρίς κόστος, χωρίς να δοκιμάζονται στην πραγματικότητα. Αν ο κόσμος είχε αυταπάτες με την πολιτική του Σύριζα δεν υπήρχε άλλος δρόμος να ξεπεραστούν παρά μόνο με τον Σύριζα στην κυβέρνηση. Να πως επιταχύνονται οι εξελίξεις. Αρκούσαν 6-7 μήνες για να αποδειχτεί ότι δεν υπάρχουν αμοιβαίες λύσεις. Για την ακρίβεια δεν υπάρχουν λύσεις επωφελείς για τα αφεντικά και τους τους από κάτω. Στο τέλος πρέπει κάνεις να διαλέξει. Και αυτό οδηγεί αναγκαστικά στη σύγκρουση. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ο Σύριζα οφείλει να ηγηθεί της “αναπόφευκτης” (;) σύγκρουσης. Αν ο Σύριζα πρόδωσε κάτι δεν ήταν τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των καταπιεσμένων. Απλά αυτό που έγινε είναι να πνιγεί στις αντιφάσεις του, αποφεύγοντας πάντα την αναμέτρηση.
Άλλωστε για την αριστερά σημασία έχει να μένεις πιστός στις ιδέες σου, και να πετυχαίνεις πάντα ηθικές νίκες. Η πραγματικότητα αντιμετωπίζονταν πάντα με μια μοιρολατρική διάθεση. Αν μια απεργία χανόταν όπως αυτή των καθηγητών πριν 2 χρόνια γιατί η αριστερά όλων των ειδών έκανε τα πάντα για να μην δοθεί η σύγκρουση,αυτό δεν είχε καμία σημασία. Σημασία είχε ότι “δηλώσαμε παρών, ότι στείλαμε το μήνυμα, ότι μείναμε ηθικά όρθιοι, ότι μπήκαν παρακαταθήκες”. Στον πρώτο διαγωνισμό κάποτε του ΑΣΕΠ τα ίδια. Ενώ έγινε ο διαγωνισμός η αριστερά τοτε και μάλιστα υπό την ηγεσία του εξωκοινοβουλίου μίλαγε πάλι για ηθικές νίκες, για τον “νεκρό διαγωνισμό” (στις φαντασιώσεις της), τις παρακαταθήκες, τον αγώνα που συνεχίζεται και άλλα δακρύβρεχτα, την ώρα που ο αγώνας είχε ηττηθεί κατά κράτος. Αλλά τι σημασία είχε; Σημασία έχει ο αγώνας. Ε αυτό το παραμύθι πουλάει και ο Τσίπρας. Ε δεν έγινε και τίποτα που υπογράψαμε. Μας ανάγκασαν, μας έκαναν πραξικόπημα, μας φέρθηκαν απαίσια. Άλλωστε εμείς διαφωνούμε. Σταθήκαμε όρθιοι, παλέψαμε μέχρι τέλος. Είμαστε ηθικά νικητές. Αυτός που έχασε είναι η Ευρώπη. Από τέτοιου είδους μ…κιες η αριστερά μας έχει φλομώσει με τα τσουβάλια.
Το αν η υπόλοιπη αριστερά δεν μπορεί να εκμεταλλευτεί την αποτυχία του Συριζα, ή ακόμα περισσότερο την προδοσία (αλήθεια τι πρόδωσε;) είναι γιατί και η ίδια είναι εκπαιδευμένη στα ίδια κόλπα.
Και τώρα;
Ο Σύριζα δεν μεταλλάχτηκε. Απλώς κατέρρευσε το σχέδιό του. Όποιος μιλάει για μεταλλάξεις προφανώς εννοεί ότι υπήρχε κάποιος καλός Σύριζα. Ας μας πει λοιπόν μέχρι πότε ήταν όλα εντάξει και που οφείλεται αυτή η προδοσία. Γιατί το κόμμα δεν μπόρεσε να την σταματήσει; Και γιατί ο κόσμος αποδέχτηκε τη μετάλλαξη με τόση ευκολία; Και σίγουρα θα πρέπει να μας πει αν οι αμοιβαίες λύσεις είναι μέρος του μη μεταλλαγμένου Σύριζα για τις οποίες αξίζει κάνεις να παλεύει.
Οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές, οι δανειστές, οι τοκογλύφοι, η ελληνική αστική τάξη δεν έχουν καμία όρεξη για συνεννοήσεις και για αμοιβαίες λύσεις. Δεν έχουν γιατί αυτοί είναι τα αφεντικά και όποιος είναι αφεντικό δεν το διαπραγματεύεται με τον υποτελή του. Ο Σύριζα προσπάθησε να τους εξηγήσει ότι πρέπει να βρεθεί μια μέση λύση και δεν εισακούστηκε. Για λίγο καιρό ακόμα θα συνεχίσει να παριστάνει τον εκπρόσωπο των κατατρεγμένων, αλλά αυτό έχει κοντά ποδάρια. Αργά ή γρήγορα και όσο θα παριστάνει ότι κυβερνάει έστω και για να επουλώσει τις πληγές, θα ταυτίζεται με τα συμφέροντα της αστικής τάξης με τον ίδιο τρόπο που ταυτίστηκε η σοσιαλδημοκρατία και μάλιστα στις χρυσές εποχές του κράτους πρόνοιας και του κοινωνικού συμβολαίου. Όταν άλλαξε το μοντέλο διαχείρισης γιατί το προηγούμενο δεν μπορούσε πλέον να αναπαραχθεί η σοσιαλδημοκρατία προσαρμόστηκε στα νέα δεδομένα. Αυτό θα κάνει και ο Σύριζα θέλοντας και μη.
Όποιος ήθελε πραγματικά να αποκαλυφθεί ο Σύριζα έπρεπε να θέλει να τον δει κυβέρνηση. Να λοιπόν που τον είδαμε. Να λοιπόν που ξεπουπουλιάστηκε. Να λοιπόν που κρέμασε τις λαϊκές προσδοκίες. Να λοιπόν που αποκαλύφθηκε ότι η ΕΕ δεν μεταρρυθμίζεται κοκ. Και τώρα τι κάνουμε που αποδείχτηκε το αδιέξοδο του Σύριζα;
Και για την ακρίβεια τι κάνουμε που ο λαός δεν τον εγκαταλείπει με μιας για να πέσει στην αγκαλιά των απανταχού επαναστατών που περίμεναν πώς και πώς το ξεπούλημα του ρεφορμισμού;
Τώρα ήρθε η ώρα για την πρωτοπορία να συζητήσει στα σοβαρά όσα είχε παρατημένα στη γωνία. Να ξανασκεφτεί πάνω στο τι εστί λαός, λαϊκές προσδοκίες, πώς προχωράει η συνείδηση, αν ο αγώνας συνεχίζεται “και σήμερα και αύριο και όσο χρειαστεί”, αν με το που καταρρέουν οι ρεφορμιστικές αυταπάτες γίνεται κανείς επαναστάτης κοκ Πολύ περισσότερο να συζητήσει τι σημαίνει κρίσιμη στιγμή, τι σημαίνει να τη χάσεις, τι σημαίνει αυτό που έλεγε ένας δοκιμασμένος επαναστάτης ότι χθες ήταν νωρίς και αύριο θα είναι αργά.
Ότι ο Σύριζα και ο κάθε σύριζα εκπροσωπούσε αυταπάτες και προσδοκίες μόνο που αυτές ήταν ρεφορμιστικές αυταπάτες και όχι επαναστατικές. Ναι σε μια ορισμένη στιγμή ο ρεφορμισμός αποκαλύπτει τη γύμνια του, συνθηκολογεί με την άρχουσα τάξη. Ναι εκεί καταρρέουν οι αυταπάτες της συνεννόησης, αλ΄λά αυτό δεν σημαίνει ότι ο κόσμος που τον ακολουθούσε θα περάσει με την επανάσταση. Πιθανόν ένα τμήμα, αλλά αν δεν υπάρχει επαναστατική αριστερά που να διαφέρει από τη ρεφορμιστική, τότε δεν θα υπάρχει καμιά επιπλέον ριζοσπαστικοποίηση.
Αλλά αυτό μάλλον διαφεύγει από τις αναλύσεις της πέραν του Συριζα αριστεράς. Προφανώς πιστεύουν ότι ο Σύριζα δεν είναι το σύμπτωμα αυτών των αυταπατών αλλά η αιτία τους: Οι μάζες κουρδισμένες από τον ιστορικό τους ρόλο ρέπουν αυθόρμητα προς την επανάσταση αλλά οι κακοί ρεφορμιστές έχουν βρει τον τρόπο να τις διαφθείρουν και να τις παραπλανούν. Μακάρι να ήταν τα πράγματα τόσο απλά.
Η αποκάλυψη της αντιφατικής ρεφορμιστικής πολιτικής του Σύριζα, που στο τέλος γίνεται έρμαιο των ταξικών συσχετισμών και της θέλησης της άρχουσας τάξης, είναι μια βάση για να πάμε παραπέρα. Όχι όμως για να ξεπεραστούν αυτόματα οι αυταπάτες. Κανείς δεν πρόκειται να δει ξαφνικά το φως το αληθινό. Η αποκάλυψη της πραγματικότητας μπορεί να οδηγήσει εύκολα στην απογοήτευση, στο δεν γίνεται τίποτα, στο είχαμε ανεβάσει ψηλά τον πήχη. Αυτό έγινε και τώρα. ο ρεφορμισμός, η τάση για συμφιλίωση παραμένει ζωντανή και χωρίς τον κάθε Σύριζα. Αναπαράγεται στους καταπιεσμένους από το δυσμενή ταξικό συσχετισμό, από τις συνεχείς ήττες όταν πάνε να σηκώσουν κεφάλι και τη σκέψη που ακολουθεί την ήττα ότι ένας συμβιβασμός μάλλον είναι η καλύτερη λύση.
Ο κόσμος εκλογίκευσε την ήττα και προσγειώθηκε στα νέα δεδομένα. Εδώ κλείνει ο κύκλος μιας ορισμένης ριζοσπαστικοποίησης (2010-2015). Με μπόλικες αυταπάτες, με ψεκασμένους, αγανακτισμένους, πάνω και κάτω πλατείες, αλλά και απεργίες, συγκρούσεις, μια πολιτική ωρίμανση ότι οι λύσεις πρέπει να είναι κεντρικές, με την ανάθεση στο Σύριζα όταν τα οδοφράγματα είχαν ηττηθεί από το κράτος έκτακτης ανάγκης. Η δοκιμασία του Σύριζα στην κυβέρνηση και η αποτυχία του να πραγματοποιήσει έστω και το 5% των υποσχέσεων του σφραγίζει το απότομο τέλος του κύκλου αυτού. Τώρα όσοι επιμένουν πρέπει να σκεφτούν σε μια διαφορετική βάση.
Η αριστερά της επανάστασης μπορεί να έχει τύχη μόνο όταν σπάσει με τον μύθο του λαού που είναι κουρδισμένος για την επανάσταση αλλά τον διαφθείρουν οι λαοπλάνοι προδότες ρεφορμιστές. Να κόψει μια και καλή με τις φαντασιώσεις περί “αναχωμάτων” που εμποδίζουν το επαναστατικό υποκείμενο να βρει τον ιστορικό του ρόλο και προσέλθει επιτέλους στο ραντεβού του με την νομοτέλεια. Όταν καταλάβει ότι η κατάρρευση του κάθε Συριζα δεν σημαίνει το τέλος του ρεφορμισμού στα μυαλά των λαϊκών μαζών. Ότι μετά από μια τέτοια κατάρρευση μπορεί να ακολουθήσει η απογοήτευση, η αποστράτευση, η αναζήτηση χειρότερων αυταπατών στους τεχνοκράτες, στον εκκλησία, στο στρατό, ή στους φασίστες. Η επανάσταση μπορεί να είναι η εναλλακτική μόνο όταν η ίδια προβάλει τον εαυτό της. Καμία μάζα και καμία τάξη δεν ρέπει αυθόρμητα στην επανάσταση. Η επανάσταση είναι επιλογή και όταν το καταλάβουν αυτό οι οπαδοί της ίσως την πραγματοποιήσουν. Αν όμως περιμένουν κάποτε να τη ζήσουν (με το ξύπνημα του κοιμισμένου γίγαντα) απλά θα την περιμένουν όπως κάποιοι άλλοι αναμένουν την δευτέρα παρουσία. Ο μόνος τρόπος να ζήσεις κάτι είναι να επιχειρήσεις την πραγματοποίησή του. Όταν η επαναστατική αριστερά βρει τον βολονταρισμό της τότε θα αξίζει και τον τίτλο της. Μέχρι τότε θα συνεχίζει μοιρολατρικά να κλαίγεται για τα αναχώματα και να ρίχνει την ευθύνη στους προδότες του Σύριζα και κάποτε της ΓΣΕΕ και του ΚΚΕ που πρόδωσαν την επανάσταση λες και την είχαν υποσχεθεί. Και θα αναρωτιούνται γιατί ο λαός δεν τους καταλαβαίνει.
Ο Σύριζα δεν μεταλλάχτηκε. Απλώς κατέρρευσε το σχέδιό του. Όποιος μιλάει για μεταλλάξεις προφανώς εννοεί ότι υπήρχε κάποιος καλός Σύριζα. Ας μας πει λοιπόν μέχρι πότε ήταν όλα εντάξει και που οφείλεται αυτή η προδοσία. Γιατί το κόμμα δεν μπόρεσε να την σταματήσει; Και γιατί ο κόσμος αποδέχτηκε τη μετάλλαξη με τόση ευκολία; Και σίγουρα θα πρέπει να μας πει αν οι αμοιβαίες λύσεις είναι μέρος του μη μεταλλαγμένου Σύριζα για τις οποίες αξίζει κάνεις να παλεύει.
Οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές, οι δανειστές, οι τοκογλύφοι, η ελληνική αστική τάξη δεν έχουν καμία όρεξη για συνεννοήσεις και για αμοιβαίες λύσεις. Δεν έχουν γιατί αυτοί είναι τα αφεντικά και όποιος είναι αφεντικό δεν το διαπραγματεύεται με τον υποτελή του. Ο Σύριζα προσπάθησε να τους εξηγήσει ότι πρέπει να βρεθεί μια μέση λύση και δεν εισακούστηκε. Για λίγο καιρό ακόμα θα συνεχίσει να παριστάνει τον εκπρόσωπο των κατατρεγμένων, αλλά αυτό έχει κοντά ποδάρια. Αργά ή γρήγορα και όσο θα παριστάνει ότι κυβερνάει έστω και για να επουλώσει τις πληγές, θα ταυτίζεται με τα συμφέροντα της αστικής τάξης με τον ίδιο τρόπο που ταυτίστηκε η σοσιαλδημοκρατία και μάλιστα στις χρυσές εποχές του κράτους πρόνοιας και του κοινωνικού συμβολαίου. Όταν άλλαξε το μοντέλο διαχείρισης γιατί το προηγούμενο δεν μπορούσε πλέον να αναπαραχθεί η σοσιαλδημοκρατία προσαρμόστηκε στα νέα δεδομένα. Αυτό θα κάνει και ο Σύριζα θέλοντας και μη.
Όποιος ήθελε πραγματικά να αποκαλυφθεί ο Σύριζα έπρεπε να θέλει να τον δει κυβέρνηση. Να λοιπόν που τον είδαμε. Να λοιπόν που ξεπουπουλιάστηκε. Να λοιπόν που κρέμασε τις λαϊκές προσδοκίες. Να λοιπόν που αποκαλύφθηκε ότι η ΕΕ δεν μεταρρυθμίζεται κοκ. Και τώρα τι κάνουμε που αποδείχτηκε το αδιέξοδο του Σύριζα;
Και για την ακρίβεια τι κάνουμε που ο λαός δεν τον εγκαταλείπει με μιας για να πέσει στην αγκαλιά των απανταχού επαναστατών που περίμεναν πώς και πώς το ξεπούλημα του ρεφορμισμού;
Τώρα ήρθε η ώρα για την πρωτοπορία να συζητήσει στα σοβαρά όσα είχε παρατημένα στη γωνία. Να ξανασκεφτεί πάνω στο τι εστί λαός, λαϊκές προσδοκίες, πώς προχωράει η συνείδηση, αν ο αγώνας συνεχίζεται “και σήμερα και αύριο και όσο χρειαστεί”, αν με το που καταρρέουν οι ρεφορμιστικές αυταπάτες γίνεται κανείς επαναστάτης κοκ Πολύ περισσότερο να συζητήσει τι σημαίνει κρίσιμη στιγμή, τι σημαίνει να τη χάσεις, τι σημαίνει αυτό που έλεγε ένας δοκιμασμένος επαναστάτης ότι χθες ήταν νωρίς και αύριο θα είναι αργά.
Ότι ο Σύριζα και ο κάθε σύριζα εκπροσωπούσε αυταπάτες και προσδοκίες μόνο που αυτές ήταν ρεφορμιστικές αυταπάτες και όχι επαναστατικές. Ναι σε μια ορισμένη στιγμή ο ρεφορμισμός αποκαλύπτει τη γύμνια του, συνθηκολογεί με την άρχουσα τάξη. Ναι εκεί καταρρέουν οι αυταπάτες της συνεννόησης, αλ΄λά αυτό δεν σημαίνει ότι ο κόσμος που τον ακολουθούσε θα περάσει με την επανάσταση. Πιθανόν ένα τμήμα, αλλά αν δεν υπάρχει επαναστατική αριστερά που να διαφέρει από τη ρεφορμιστική, τότε δεν θα υπάρχει καμιά επιπλέον ριζοσπαστικοποίηση.
Αλλά αυτό μάλλον διαφεύγει από τις αναλύσεις της πέραν του Συριζα αριστεράς. Προφανώς πιστεύουν ότι ο Σύριζα δεν είναι το σύμπτωμα αυτών των αυταπατών αλλά η αιτία τους: Οι μάζες κουρδισμένες από τον ιστορικό τους ρόλο ρέπουν αυθόρμητα προς την επανάσταση αλλά οι κακοί ρεφορμιστές έχουν βρει τον τρόπο να τις διαφθείρουν και να τις παραπλανούν. Μακάρι να ήταν τα πράγματα τόσο απλά.
Η αποκάλυψη της αντιφατικής ρεφορμιστικής πολιτικής του Σύριζα, που στο τέλος γίνεται έρμαιο των ταξικών συσχετισμών και της θέλησης της άρχουσας τάξης, είναι μια βάση για να πάμε παραπέρα. Όχι όμως για να ξεπεραστούν αυτόματα οι αυταπάτες. Κανείς δεν πρόκειται να δει ξαφνικά το φως το αληθινό. Η αποκάλυψη της πραγματικότητας μπορεί να οδηγήσει εύκολα στην απογοήτευση, στο δεν γίνεται τίποτα, στο είχαμε ανεβάσει ψηλά τον πήχη. Αυτό έγινε και τώρα. ο ρεφορμισμός, η τάση για συμφιλίωση παραμένει ζωντανή και χωρίς τον κάθε Σύριζα. Αναπαράγεται στους καταπιεσμένους από το δυσμενή ταξικό συσχετισμό, από τις συνεχείς ήττες όταν πάνε να σηκώσουν κεφάλι και τη σκέψη που ακολουθεί την ήττα ότι ένας συμβιβασμός μάλλον είναι η καλύτερη λύση.
Ο κόσμος εκλογίκευσε την ήττα και προσγειώθηκε στα νέα δεδομένα. Εδώ κλείνει ο κύκλος μιας ορισμένης ριζοσπαστικοποίησης (2010-2015). Με μπόλικες αυταπάτες, με ψεκασμένους, αγανακτισμένους, πάνω και κάτω πλατείες, αλλά και απεργίες, συγκρούσεις, μια πολιτική ωρίμανση ότι οι λύσεις πρέπει να είναι κεντρικές, με την ανάθεση στο Σύριζα όταν τα οδοφράγματα είχαν ηττηθεί από το κράτος έκτακτης ανάγκης. Η δοκιμασία του Σύριζα στην κυβέρνηση και η αποτυχία του να πραγματοποιήσει έστω και το 5% των υποσχέσεων του σφραγίζει το απότομο τέλος του κύκλου αυτού. Τώρα όσοι επιμένουν πρέπει να σκεφτούν σε μια διαφορετική βάση.
Η αριστερά της επανάστασης μπορεί να έχει τύχη μόνο όταν σπάσει με τον μύθο του λαού που είναι κουρδισμένος για την επανάσταση αλλά τον διαφθείρουν οι λαοπλάνοι προδότες ρεφορμιστές. Να κόψει μια και καλή με τις φαντασιώσεις περί “αναχωμάτων” που εμποδίζουν το επαναστατικό υποκείμενο να βρει τον ιστορικό του ρόλο και προσέλθει επιτέλους στο ραντεβού του με την νομοτέλεια. Όταν καταλάβει ότι η κατάρρευση του κάθε Συριζα δεν σημαίνει το τέλος του ρεφορμισμού στα μυαλά των λαϊκών μαζών. Ότι μετά από μια τέτοια κατάρρευση μπορεί να ακολουθήσει η απογοήτευση, η αποστράτευση, η αναζήτηση χειρότερων αυταπατών στους τεχνοκράτες, στον εκκλησία, στο στρατό, ή στους φασίστες. Η επανάσταση μπορεί να είναι η εναλλακτική μόνο όταν η ίδια προβάλει τον εαυτό της. Καμία μάζα και καμία τάξη δεν ρέπει αυθόρμητα στην επανάσταση. Η επανάσταση είναι επιλογή και όταν το καταλάβουν αυτό οι οπαδοί της ίσως την πραγματοποιήσουν. Αν όμως περιμένουν κάποτε να τη ζήσουν (με το ξύπνημα του κοιμισμένου γίγαντα) απλά θα την περιμένουν όπως κάποιοι άλλοι αναμένουν την δευτέρα παρουσία. Ο μόνος τρόπος να ζήσεις κάτι είναι να επιχειρήσεις την πραγματοποίησή του. Όταν η επαναστατική αριστερά βρει τον βολονταρισμό της τότε θα αξίζει και τον τίτλο της. Μέχρι τότε θα συνεχίζει μοιρολατρικά να κλαίγεται για τα αναχώματα και να ρίχνει την ευθύνη στους προδότες του Σύριζα και κάποτε της ΓΣΕΕ και του ΚΚΕ που πρόδωσαν την επανάσταση λες και την είχαν υποσχεθεί. Και θα αναρωτιούνται γιατί ο λαός δεν τους καταλαβαίνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου