Του Κώστα Σβόλη
Οι εκλογές του Σεπτεμβρίου είχαν ένα και μοναδικό σκοπό, να ακυρώσουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του Ιουλίου και να επαναφέρουν την κοινοβουλευτική κανονικότητα που αυτό είχε διαταράξει.
Το δημοψήφισμα του Ιουλίου δεν είχε να απαντήσει στο κλασικό ερώτημα της αντιπροσωπευτικής αστικής δημοκρατίας, την επιλογή του «καλύτερου διαχειριστή» μιας από τα πριν αποφασισμένης πολιτικής, που υπηρετεί τα ταξικά συμφέροντα της καπιταλιστικής ελίτ, ντόπιας και διεθνούς, αλλά μετατράπηκε σε μέσο άμυνας – έστω και συμβολικό- ακριβώς απέναντι σε αυτές τις πολιτικές. Ήταν η άρνηση της συναίνεσης στις πολιτικές λιτότητας και λεηλασίας των λαϊκών στρωμάτων από το κεφάλαιο, ακόμα και εάν αυτό θα σήμαινε μια ρήξη με την Ευρωπαϊκή Ένωση και μια έξοδο από το ευρώ και αυτό το ρίσκο το ήξεραν καλά όσοι έριξαν το «ΟΧΙ» στην κάλπη.
«Μα γιατί αυτή η ταξική στάση του «ΟΧΙ» δε βρήκε την πολιτική- κοινοβουλευτική της έκφραση στις εκλογές του Σεπτέμβρη;», μπορεί να αναρωτηθεί εύλογα κάποιος. «Γιατί δεν μπόρεσε η ΛΑΕ ή η ΑΝΤΑΡΣΥΑ να αναλάβουν με επιτυχία αυτό το ρόλο;».
Κατά την άποψή μου γιατί οι εκλογές του Σεπτέμβρη σχεδιάστηκαν έτσι ώστε να επαναφέρουν το «ορθό» κοινοβουλευτικό πλαίσιο, το βασικό διακύβευμα του κοινοβουλευτισμού, την επιλογή του διαχειριστή, του μικρότερου κακού. Επιλέγοντας να δώσουν την μάχη σ” αυτό το επίπεδο, οι πολιτικές δυνάμεις που φιλοδοξούσαν να εκφράσουν κοινοβουλευτικά το «ΟΧΙ», έμεναν μετέωρες από την υλική βάση του «ΟΧΙ», από τη βάση της αμφισβήτησης της ηγεμονίας της κοινοβουλευτικής κανονικότητας.
Έτσι, το «ΟΧΙ» κινήθηκε ανάμεσα σε δύο κυρίαρχες τάσεις. Η μία επέλεξε να συμμετάσχει στις εκλογές απαντώντας στο ερώτημα που αυτές έθεταν, δηλαδή να επιλέξει τον διαχειριστή των μέτρων που είχε αρνηθεί δυόμιση μήνες πριν. Η άλλη, απλώς γύρισε την πλάτη σ” ένα παιχνίδι που θεώρησε στημένο και ανούσιο.
Η επαναφορά όμως στην κοινοβουλευτική κανονικότητα δεν είναι αναίμακτη για το σύστημα. Δεν ξέρω αν είναι μοναδική περίπτωση, αλλά σίγουρα είναι σχεδόν πρωτοφανές η συμμετοχή σε ένα δημοψήφισμα να είναι μεγαλύτερη από τη συμμετοχή στις εκλογές για την ανάδειξη του κοινοβουλίου. Επειδή τα ποσοστά της αποχής μπορεί να θεωρηθούν πλαστά, οι απόλυτοι αριθμοί λένε ότι στις εκλογές του Σεπτέμβρη πήραν μέρος λιγότεροι 372.382 ψηφοφόροι από το δημοψήφισμα και ο ΣΥΡΙΖΑ έλαβε 320.074 ψήφους λιγότερες από τις εκλογές του Γενάρη. Η πολιτική αντιπροσώπευση, όσο ομογενοποιείται, χάνει τη δυνατότητα συγκρότησης κοινωνικών συναινέσεων και απονομιμοποιείται ως φορέας σύνθεσης των κοινωνικών και ταξικών αντιθέσεων. Υποβιβάζεται από το ρόλο του πολιτικού διαμεσολαβητή στο ρόλο του τεχνοκρατικού διαχειριστή, αφήνοντας τεράστια κενά, τα οποία μπορούν να μετατραπούν σε αμφισβήτηση τόσο της ίδιας της ιδέας της διαμεσολάβησης, όσο και της τεχνοκρατικής διαχείρισης.
Ο κύκλος που έκλεισε με τις εκλογές του Σεπτέμβρη ήταν ο κύκλος των κοινοβουλευτικών αυταπατών που είχε ανοίξει με την αναποτελεσματικότητα των λαϊκών κινητοποιήσεων και αγώνων της περιόδου από το 2010 μέχρι το Φεβρουάριο του 2012. Το ότι έκλεισε ο κύκλος των αυταπατών δε σημαίνει ότι αυτόματα θα μπούμε σ΄ έναν νέο κύκλο αγώνων, αντίθετα μια μακριά νύχτα απογοήτευσης και απόσυρσης από το προσκήνιο των λαϊκών στρωμάτων μπορεί να είναι η διάδοχη κατάσταση. Μια επανεμφάνιση του λαϊκού παράγοντα μ” όρους κινήματος και χαρακτηριστικά αυτοτελούς οργανωτικής συγκρότησης και χειραφετητικής προοπτικής, προϋποθέτει την ύπαρξη και την επί του πραγματικού κοινωνικού πεδίου (και όχι επί χάρτου) συγκρότηση εναλλακτικής ή εναλλακτικών στρατηγικών των από κάτω, που να αμφισβητούν έμπρακτα και με βάση της υλικές συνθήκες και τα κοινωνικά συμφέροντα το κράτος-διαχειριστή της φτωχοποίησης της κοινωνίας.
Αυτές οι εναλλακτικές στρατηγικές θα είναι και το μεγάλο ζητούμενο που θα κληθεί να απαντήσει και ο αντικαπιταλιστικός, ριζοσπαστικός χώρος, αν θέλει να ξεφύγει από τα όρια των «ομάδων συγγένειας» (“affinity groups”) και να παίξει το ρόλο του πολιτικο-κοινωνικού καταλύτη.
Πηγή : hitandrun
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου