Του Κώστα Σβόλη
Η Κυριακή 5 Ιούλη θα είναι μια πολύ κρίσιμη ημερομηνία για τα λαϊκά στρώματα και την εργατική τάξη στην Ελλάδα. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να εντάξει κανείς το δημοψήφισμα για την αποδοχή ή όχι των μέτρων που πρότεινε η Ε.Ε. στην κανονικότητα του κοινοβουλευτισμού και της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Αυτή τη φορά η κάλπη δε θα αναδείξει τον διαχειριστή της εξουσίας στα πλαίσια του αστικού κράτους, αλλά θα επισφραγίσει ποιο ταξικό μπλοκ θα έχει την ηγεμονία και την πρωτοβουλία κινήσεων το επόμενο κρίσιμο διάστημα.
Η μεγάλη διαφορά του δημοψηφίσματος στις 5/7 από τις κοινοβουλευτικές εκλογές της 25/1 είναι το γεγονός ότι ουσιαστικά το εκλογικό σώμα δεν καλείται να επιλέξει διαχειριστή και ανάλογο πολιτικό πρόγραμμα, αλλά να τραβήξει διαχωριστική γραμμή με βάση τα ταξικά του συμφέροντα. Είναι τέτοια η κοινωνική πόλωση που πυροδοτείται με αφορμή το δημοψήφισμα, ώστε να διαπερνά εγκάρσια ιδεολογικές ταυτότητες, πολιτικές τοποθετήσεις, κομματικές στρατεύσεις. Πέρα από τις όποιες επιφάσεις, αιτιολογήσεις κ.λ.π., αυτό που θα κρίνει την επιλογή στην κάλπη είναι η ταξική τοποθέτηση, ακόμα και με το θολό και ακατέργαστο τρόπο, με τον οποίο αυτή αναδύεται στην πολιτική συζήτηση που κοχλάζει στη χώρα.Στην πραγματικότητα, το επίδικο του δημοψηφίσματος -ως προς το πολιτικό αποτέλεσμα που θα παράξει- ξεπερνάει κατά πολύ την αποδοχή ή όχι των μέτρων, την παραμονή στο ευρώ ακόμα και στην ίδια την Ε.Ε. Το αποτέλεσμα θα καθορίσει σε πολύ μεγάλο βαθμό μέσα σε ποιο πολιτικό πλαίσιο και μέσα από ποιους πολιτικούς αλλά κυρίως κοινωνικούς συσχετισμούς θα διεξαχθεί η ταξική πάλη από τις 6/7 και μετά.
Μια επικράτηση του ΝΑΙ προφανώς θα οδηγήσει σε εκλογές και σε μια νέα κυβέρνηση συνασπισμού των πιο ακραίων νεοφιλελεύθερων δυνάμεων που συναντήθηκαν στο κίνημα «Μένουμε Ευρώπη». Στην πραγματικότητα θα έχουμε μια κοινοβουλευτική δικτατορία, η οποία όχι μόνο θα επιβάλει και μάλιστα με το παραπάνω τα προτεινόμενα μέτρα της Ε.Ε., αλλά θα επιτεθεί με λύσσα σε κάθε λαϊκή διεκδίκηση, σε κάθε ταξικό αγώνα, σε κάθε χειραφετητική κίνηση των από κάτω. Η καταστολή, η εργοδοτική αυθαιρεσία θα μπουν σε ημερήσια διάταξη με τρόπο πρωτόγνωρο, που θα ξεπερνά σε ένταση και συχνότητα τα προηγούμενα πέντε χρόνια μνημονιακών πολιτικών. Οι Δομές Κοινωνικής Αλληλεγγύης, οι Χωρίς Μεσάζοντες, οι συνεργατικές και οι αυτοδιαχειριστικές προσπάθειες όπως η ΒΙΟΜΕ, τα αυτοοργανωμένα εγχειρήματα θα μπουν στο στόχαστρο, με σκοπό να εκμηδενιστούν αποτελεσματικά και άμεσα οι πρακτικές αλληλεγγύης και συλλογικοποίησης των από κάτω. Η αντεπίθεση του πολιτικού και ταξικού μπλοκ του «Μένουμε Ευρώπη» θα είναι αμείλικτη και καταιγιστική. Όποιος αντιδρά και αντιστέκεται, θα αντιμετωπίζεται ως εθνικός προδότης που υπονομεύει και σαμποτάρει τον εθνικό στόχο του «ευρώ πάση θυσία», θα διασύρεται από τα συστημικά ΜΜΕ και τους έμμισθους «διανοούμενους»/ κονδυλοφόρους και θα τιμωρείται παραδειγματικά. Το κόμμα της τάξης και του νόμου δε θα επανέλθει για να επιβάλει την ταξική ειρήνη με όρους μίνιμουμ συναίνεσης, αλλά με όρους νεκροταφείου.
Μια επικράτηση του ΟΧΙ, από την άλλη, ανοίγει μια σειρά από ενδεχομενικότητες. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ δε θα παίζει μόνη της στο πεδίο της ήπιας διαχείρισης. Ο λαϊκός παράγοντας θα έχει ενεργοποιηθεί και υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να μην περιοριστεί στο ρόλο του ακόλουθου της κυβέρνησης «πρώτη φορά Αριστερά», αλλά να διεκδικήσει το δικαίωμα της αποφασιστικής επενέργειας στις εξελίξεις, μετατοπίζοντας το κέντρο βάρους από τη διαχείριση στη διεκδίκηση των ταξικών του συμφερόντων και την αυτοοργάνωση πτυχών της κοινωνικής ζωής. Η επικράτηση του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα θα έχει στραπατσάρει τις ψευδαισθήσεις που έσπειρε ο ΣΥΡΙΖΑ, ότι δηλαδή ένα μέρος των λαϊκών συμφερόντων μπορεί να ικανοποιηθεί σε συνθήκες ταξικής ειρήνης και εντός πλαισίου κανονικότητας της Ε.Ε. Εξάλλου, φαίνεται κι ένα κομμάτι του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης να αντιμετωπίζει το λιγότερο με σκεπτικισμό και αμηχανία και το περισσότερο με απροθυμία «δημιουργικής εκμετάλλευσης» την εκδοχή μιας θριαμβευτικής ή τουλάχιστον καθαρής κατίσχυσης του ποσοστού του ΟΧΙ, αν κρίνουμε από τις διαρροές και τις δηλώσεις που κάνουν λόγο για ύστατη προσπάθεια «απεμπλοκής» από τις «εχθροπραξίες» που πυροδότησε η απόφαση για δημοψήφισμα. Ωστόσο, άσχετα με το αν η Ελλάδα παραμείνει εντός ευρώ και Ε.Ε., η κανονικότητα της ίδιας της Ε.Ε. θα έχει διαταραχθεί, γεγονός που πιθανότατα σημαίνει την ενδυνάμωση ριζοσπαστικών δυνάμεων και σε άλλες χώρες (και μάλιστα όχι μόνο του νότου). Μέσα στην έκρυθμη και εκτός πλαισίου κατάσταση που θα δημιουργηθεί, τα λαϊκά στρώματα αλλά και τα ριζοσπαστικά πολιτικά υποκείμενα θα κληθούν να επιστρατεύσουν τη δημιουργικότητα, την επινοητικότητα και τη μαχητικότητά τους, για να επιλυθούν προβλήματα που εκ των πραγμάτων ξεπερνάνε το διαχειριστικό ρόλο του κράτους. Με άλλα λόγια, θα κληθούν να αμφισβητήσουν τον πατερναλιστικό ρόλο του κράτους πάνω στην κοινωνία, την ηγεμονία του κεφαλαίου πάνω στους εργαζόμενους και να διαρρήξουν το καπιταλιστικό φαντασιακό.
Το αν έχουν τις ικανότητες ή τη διάθεση να το κάνουν δεν μπορούμε να το ξέρουμε από πριν, όσο κι αν ένας αριθμός εγχειρημάτων στον αστερισμό του ελευθεριακού αντικαπιταλιστικού χώρου κινείται ήδη εδώ και χρόνια σε μια τέτοια κατεύθυνση. Όμως, για μεγάλο διάστημα, καμία τέτοια στρατηγικού τύπου κίνηση δε θα είναι δυνατόν να τεθεί σε τροχιά, εάν η ελληνική κοινωνία βρεθεί κάτω από την μπότα του ΝΑΙ. Σε αυτή την περίπτωση, τη Δευτέρα 6 Ιούλη θα ξημερώσει μια μεγάλη νύχτα για τους εργαζόμενους, τους άνεργους, τους φτωχούς στην Ελλάδα, ενώ ταυτόχρονα αναζωπυρώνεται ο φασιστικός κίνδυνος της Χρυσής Αυγής. Από την άλλη, με το ΟΧΙ ανοίγουμε ένα παράθυρο -έστω και μικρό- στην ενδεχομενικότητα της κοινωνικής χειραφέτησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου